Τρίτη, Φεβρουαρίου 17, 2009

συνέντευξη στη προοδευτική πολιτική



PPOL: Δημήτρη, ακόμη ένα βιβλίο σου για το φιλελευθερισμό μετά τη Φιλελεύθερη Σοσιαλδημοκρατία και είναι φανερή η πρόθεση σου να συμβάλεις ώστε η συζήτηση για τον φιλελευθερισμό να παραμείνει ανοιχτή. Σε ποιο βαθμό αυτή η συζήτηση αφορά την ελληνική κοινωνία;

Δημήτρης Σκάλκος: Η φιλελεύθερη προβληματική (πρέπει να) παραμένει ανοιχτή στο βαθμό που αποστρέφεται τις μοναδικές ερμηνείες καθώς, δεν υπάρχει ένα φιλελεύθερο «πρόγραμμα» που να απαιτεί την ακριβή εφαρμογή του. Άλλωστε, όπως έχει χιουμοριστικά ειπωθεί, αρκούν είκοσι χρόνια χωρίς να αλλάξει ένας φιλελεύθερος απόψεις για να γίνει συντηρητικός.

Η Φιλελεύθερη Σοσιαλδημοκρατία (Ελάτη, 2005) κινείτο στο επίπεδο της πολιτικής θεωρίας επιχειρώντας να διερευνήσει τις προϋποθέσεις μίας παραγωγικής σύνθεσης φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών ιδεών σε ζητήματα εφαρμοσμένης πολιτικής όπως η μετανάστευση, η εκπαίδευση και το κοινωνικό κράτος.

Οι Αλήθειες για το Φιλελευθερισμό τοποθετούνται σε ένα πιο γενικό-εισαγωγικό (αν και θεωρητικό) επίπεδο και εκκινούν από τη διαπίστωση πως η δαιμονοποίηση των φιλελεύθερων ιδεών οφείλεται εν πολλοίς στην άγνοια του ακριβούς περιεχομένου τους. Όπως εύστοχα σημειώνει στην εισαγωγή του βιβλίου ο Πάσχος Μανδραβέλης, ο φιλελευθερισμός αντιμετωπίζεται όπως η κόλαση για τις θρησκείες, δηλαδή σαν ένα μέρος που κανείς δεν γνωρίζει αλλά όλοι το τρέμουν.

Σε ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινής γνώμης, ο φιλελευθερισμός αντιμετωπίζεται ως το σύνολο εκείνων των πολιτικών ιδεών που στοχεύουν στην ιδεολογική νομιμοποίηση μίας χομπσιανής ζούγκλας, ενός κοινωνικού δαρβινισμού, όπου οι ικανότεροι ανταμείβονται και όσοι αδυνατούν να ακολουθήσουν εγκαταλείπονται στη τύχη τους. Στο επίπεδο των πολιτικών επιλογών, οι φιλελεύθεροι τοποθετούνται στη πλευρά των επιχειρήσεων, των κρατικών θεσμών και φυσικός πολιτικός χώρος τους θεωρούνται τα συντηρητικά κόμματα.

Στο βιβλίο επιχειρείται να αρθούν αρκετές από αυτές τις παρεξηγήσεις με την υπογράμμιση της κοινωνικής διάστασης του φιλελευθερισμού, την ηθική του βάση και το θετικό του περιεχόμενο. Προς τούτο, οι Αλήθειες για το Φιλελευθερισμό πραγματεύονται ζητήματα όπως η σχέση της αγοράς με τη κοινωνία των πολιτών και το κοινωνικό κεφάλαιο, τα ατομικά δικαιώματα και τη θέση τους στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες, οι διαφορές του φιλελευθερισμού με τον συντηρητισμό, οι «εκλεκτικές συγγένειες» με ένα τμήμα της αριστερής σκέψης καθώς και ζητήματα όπως το περίγραμμα μιας φιλελεύθερης εξωτερικής πολιτικής, η ουτοπική διάσταση της σκέψης φιλελεύθερων διανοητών όπως ο Χάγιεκ, κλπ.

Ουσιαστικά, επιχειρείται να οριστεί ο φιλελευθερισμός αρνητικά, περισσότερο δηλαδή τι δεν είναι φιλελευθερισμός ώστε να αρθούν κάποιες από τις παρεξηγήσεις που συνοδεύουν αυτή τη τόσο ταλαιπωρημένη στη δημόσια συζήτηση λέξη καθώς, ως γνωστό σε μπελάδες δεν μας βάζουν τα πράγματα που δεν γνωρίζουμε, αλλά εκείνα που δεν γνωρίζουμε σωστά.

Φυσικά, απώτερος στόχος μου δεν είναι να προσφέρω μία διανοητική άσκηση πολιτικής θεωρίας. Είναι γνωστό πως οι ιδέες έχουν συνέπειες και στο βαθμό που η περιθωριοποίηση του φιλελευθερισμού στερεί από το πολιτικό μας σύστημα ένα ευρύ φάσμα επιλογών που μπορούν να συμβάλουν στην επίλυση πολλών από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν η ελληνική κοινωνία και οικονομία θεωρώ, αν μη τι άλλο, χρήσιμο μία ψύχραιμη πραγμάτευσή τους.

PPOL: Το τελευταίο διάστημα γίνεται πολύς λόγος για την «επιστροφή του κεϋνσιανισμού» σε διεθνές επίπεδο, ως αναγκαίας απάντησης στα αδιέξοδα που προκάλεσαν οι νεοφιλελεύθερες επιλογές της απορρύθμισης που ακολουθήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Μήπως δεν είναι η πλέον κατάλληλη στιγμή για τη συγγραφή φιλελεύθερων πραγματειών;

ΔΣ: Αν και δεν θα μιλούσα για επιστροφή του κεϊνσιανισμού γιατί ουδέποτε μας εγκατέλειψε (πολλώ δε μάλλω στην Ελλάδα), είναι γεγονός πως σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής ενισχύονται διεθνώς οι οικονομικές επιλογές που αναφέρονται στον Κέυνς. Και χρησιμοποιώ το ρήμα «αναφέρονται» διότι, παραμένει ερώτημα το πόσο κεϋνσιανός υπήρξε ο Κέυνς, σύμφωνα με τον καθηγητή και βιογράφο του Robert Skidelski, με την έννοια πως η κρατική παρέμβαση δεν είναι η βέλτιστη οικονομική επιλογή σε κάθε περίσταση και εποχή, παρά μόνο σε έκτακτες περιόδους σοβαρών κρίσεων.

Αν και αναγνωρίζω την αναγκαιότητα της συμβολής του κράτους στη ταχύτερη έξοδο από την οικονομική κρίση (αν και το πώς ακριβώς θα γίνει αυτό είναι μία άλλη μεγάλη συζήτηση), φοβούμαι πως μια άκριτη στήριξη παρεμβατικών πολιτικών, θα ενισχύσει τον πειρασμό ενός οικονομικού εθνικισμού με τη μορφή του οικονομικού προστατευτισμού, όπου ακολουθούνται πολιτικές τύπου «κλέψε το γείτονα σου» (beggar-thy-neighbor) και όπου τελικά βγαίνουν όλοι χαμένοι.

Ήδη υπάρχουν ορισμένες ανησυχητικές ενδείξεις, όπως η στήριξη του Νικολά Σαρκοζί στα σχεδία γενναίας οικονομικής ενίσχυσης της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας με την προϋπόθεση οι γαλλικές εταιρείες να κρατήσουν τη παραγωγή τους εντός γαλλικών συνόρων, ή η «εθνική» στροφή που πραγματοποιεί το διεθνές τραπεζικό σύστημα με τις τράπεζες να κατευθύνουν το δανεισμό στις χώρες τους (The Economist, 7.2.2009).

Είναι γνωστές ιστορικά οι καταστροφικές συνέπειες του οικονομικού εθνικισμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Αρκεί να αναφέρουμε τις παράπλευρες συνέπειες της κρίσης του 1929, όταν ο δασμολογικός προστατευτισμός των ΗΠΑ (Smoot-Hawley Tariff Act) οδήγησε σε εμπορικούς πολέμους (trade wars) που βάθυναν την ύφεση και εμμέσως συνετέλεσαν στην ενίσχυση της ανόδου του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη.

Είναι λοιπόν ανάγκη το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα να παραμείνει ανοιχτό (χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν απαιτούνται μεταρρυθμίσεις- τουναντίον!) και να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) που διεκόπησαν το καλοκαίρι, προκειμένου να πυροδοτήσουν ένα νέο κύκλο οικονομικής ανάπτυξης. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ειδικότερα εν όψει των ευρωεκλογών του Ιουνίου, είναι αναγκαίο να συζητήσουμε για πράγματα όπως, μεταξύ άλλων, η πολιτική ανταγωνισμού, η κοινή νομισματική πολιτική (ευρώ) και οι ευρωπαϊκές πολιτικές ενίσχυσης όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ).

Η απάντηση λοιπόν στην ερώτηση είναι πως, ακριβώς τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να βρεθούν οι φιλελεύθερες ιδέες στο κέντρο της συζήτησης για τη μελλοντική αρχιτεκτονική του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.

PPOL: Πού θα τοποθετούσες την Ελλάδα σε αυτή συζήτηση;

Η Ελλάδα ως συνήθως απέχει από αυτή τη συζήτηση, όπως άλλωστε και από κάθε συζήτηση που τοποθετείται εκτός του πλαισίου της μίζερης εσωστρέφειας και των εύκολων απαντήσεων που μας διακρίνει. Προφανώς αρκεί η διαπίστωση πως ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός πνέει τα λοίσθια και πλέον θα αρθούν τα εμπόδια για μια κοινωνία οικονομικής ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Στη προσπάθεια μάλιστα ανάσχεσης του νεοφιλελευθερισμού, η χώρα μας τα καταφέρνει αρκετά καλά καθώς, σύμφωνα με τον Κατάλογο Οικονομικής Ελευθερίας που συντάσσεται ετησίως από το Heritage Foundation και την Wall Street Journal, το 2008 η Ελλάδα καταλαμβάνει την 81η θέση ανάμεσα σε 179 κράτη (πίσω από τη Κιργιζία και τα νησιά Φίτζι).

Ακόμη όμως και η αντιμετώπιση της επερχόμενης ύφεσης μέσω κεϋνσιανών πολιτικών καθίσταται για τη χώρα μας εξαιρετικά δύσκολη καθώς, τα παραδοσιακά εργαλεία διαχείρισης δεν επαρκούν λόγω των τραγικών δημοσιονομικών επιδόσεων της χώρας μας. Με το χρέος να προσεγγίζει το 100% του ΑΕΠ, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να υπερβαίνει σε ποσοστό το αντίστοιχο των νεοφιλελεύθερων ΗΠΑ, τον εξωτερικό δανεισμό να δυσκολεύει υπερβολικά (spread) και τις ξένες επενδύσεις να μην εισρέουν στην ελληνική οικονομία, τα τεχνάσματα «δημιουργικής λογιστικής» και η μεταφορά του κόστους στις επόμενες γενιές πλέον δεν επαρκούν για να διασώσουν τις κοντόφθαλμες και κουτοπόνηρες επιλογές μας.

Βεβαίως υπάρχουν επιλογές που δεν συζητούνται όπως, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, η απελευθέρωση των καρτελοποιημένων αγορών, οι απαιτούμενες αλλαγές στην αγορά εργασίας, η αναγκαία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.

Ανάλογες όμως επιλογές απαιτούν πολιτική βούληση που δυστυχώς δεν υπάρχει καθώς το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας πρόθυμα παραδίνεται στις πιέσεις του πολιτικού κόστους. Και βέβαια τις λύσεις δεν μπορούν να δώσουν τα βιβλία, παρά μόνο η κάλπη.

Φυσικά, είμαι ο πρώτος που θα αναγνωρίσει πως δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις στα σύνθετα ζητήματα της εποχής μας (ποτέ δεν υπήρξαν!). Τουλάχιστον όμως ας αποφασίσουμε πως ήρθε η στιγμή να μιλήσουμε με ψυχραιμία, σύνεση και γνώση αντί της κενής περιεχομένου συνθηματολογίας, της άγνοιας και των δογματικών αφορισμών.

PPOL: Γνωρίζοντας και τη δραστηριοποίηση σου στα πολιτικά πράγματα με τη Φιλελεύθερη Συμμαχία, πώς αντιλαμβάνεσαι τις προοπτικές της πολιτικής εκπροσώπησης των φιλελεύθερων ιδεών στη χώρα μας, ειδικότερα στο πλαίσιο της παρούσας πολιτικής και οικονομικής συγκυρίας και των δεδομένων συσχετισμών των πολιτικών δυνάμεων;

ΔΣ: Είναι προφανές πως, η διάρθρωση του πολιτικού μας συστήματος ως μίας κλειστής πολιτικής αγοράς λειτουργεί αποτρεπτικά στην ανάληψη, επιβίωση και ανάπτυξη νέων πολιτικών εγχειρημάτων που δεν απολαμβάνουν της απαιτούμενης οικονομικής και επικοινωνιακής στήριξης για την προβολή τους, ειδικά όταν ο πολιτικός λόγος τους έρχεται σε ευθεία αντίθεση με κατεστημένα συμφέροντα και νοοτροπίες.

Κι ακόμη δυσκολότερα για τις φιλελεύθερες ιδέες που μοιάζουν να συνθλίβονται ανάμεσα στον α-πολίτικο συντηρητισμό της Νέας Δημοκρατίας και του πολιτικά αμήχανου και εγκλωβισμένου σε παρελθόντα ερμηνευτικά σχήματα ΠΑΣΟΚ.

Ωστόσο, εκτίμηση μου είναι πως το ακολουθούμενο μοντέλο διαχείρισης φτάνει πλέον στα όρια του καθώς φαίνεται να εξαντλεί και τα τελευταία περιθώρια αναπαραγωγής του. Στο βαθμό δε που, η αναντιστοιχία ανάμεσα στις απαιτούμενες λύσεις στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική κοινωνία και την ικανότητα του πολιτικού συστήματος να τις προσφέρει γίνει ευρέως αντιληπτή, πολλαπλασιάζονται οι ευκαιρίες ανάδειξης νέων προσεγγίσεων καθώς και των προσώπων που θα τις σχηματοποιήσουν και θα τις εκφράσουν.

Τέλος, σε ότι αφορά στη Φιλελεύθερη Συμμαχία σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούμε να αποτελέσουμε ένα αυτό-αναφορικό όχημα ιδεολογικής καθαρότητας και, με γνώμονα πάντοτε τη μεγιστοποίηση της εμβέλειας του φιλελεύθερου μηνύματος στην πολιτική ζωή του τόπου μας, είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε και να συνεργαστούμε με αντίστοιχες πρωτοβουλίες της κοινωνίας πολιτών για την προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, ενόψει μάλιστα των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Για όλους όσους ανησυχούν για το μέλλον των θεσμών της ανοιχτής κοινωνίας και οικονομίας στη χώρα μας, είναι ώρα ευθύνης και ανάληψης δράσης, πέρα από ιδεοληψίες ή μικροπολιτικά συμφέροντα κι εγωισμούς.

*Δημοσιεύτηκε στη Προοδευτική Πολιτική (10.2.2009).