η πολιτική ηθικολογία και το μακρύ χέρι του κρατισμού
«Οι κυβερνήσεις δεν μαθαίνουν ποτέ. Μόνο οι άνθρωποι μαθαίνουν.»
Milton Friedman
Σύσσωμη η αξιωματική αντιπολίτευση ζητεί σε όλους τους τόνους παραιτήσεις κυβερνητικών στελεχών καθώς αποκαλύπτονται διαδοχικά φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς.
Πρόκειται για αντίδραση ανθρώπινα κατανοητή αν αναλογιστεί κανείς την άδικη διαπόμπευση και σπίλωση της υπόληψης πολλών στελεχών του ΠΑΣΟΚ την οκταετία του Κ. Σημίτη.
Αντίδραση ακόμη ηθικά κατανοητή στο βαθμό που η εμπιστοσύνη μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, η διαφάνεια και η ευθύνη, πρέπει να αποτελούν αρχές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Ταυτόχρονα, όμως, είναι μία αντίδραση εκλογικά άστοχη, πολιτικά αναποτελεσματική και εν μέρει υποκριτική.
Άστοχη διότι, τα εκλογικά οφέλη είναι δυσανάλογα με την επικοινωνιακή επένδυση στα ζητήματα αυτά. Είναι γνωστό πως οι εκλογείς αξιολογούν την προσωπική/ οικογενειακή μεταβολή του εισοδήματος υψηλότερα από τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, διαφάνειας, κ.λπ. Άλλωστε, από την εποχή του Μακιαβέλι γνωρίζουμε πως η αποτελεσματική και ωφέλιμη ηγεσία δεν είναι κατ’ ανάγκη απόλυτα ηθική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Βραζιλία του προέδρου Lula da Silva, τα εντυπωσιακά αποτελέσματα της διακυβέρνησης του ειδικά για τα εκατομμύρια των οικονομικά αποκλεισμένων συνοδεύτηκαν, μόλις πρόσφατα, από αποδεδειγμένη εμπλοκή υψηλόβαθμων στελεχών και συμβούλων σε δωροδοκία αντιπάλων.
Παράλληλα, το συνεχές «ξεφωνητό» (outing) των καταγγελλομένων από τα τηλε-παράθυρα της γελοιότητας μπορεί να είναι θλιβερό και συνάμα διεστραμμένα διασκεδαστικό, ταυτόχρονα όμως είναι παραπλανητικό και επικίνδυνο, στο βαθμό που αν και η πολιτική άπτεται της ηθικής, δεν πρέπει να ταυτίζεται μαζί της (όπως σωστά εξηγεί η γαλλίδα πανεπιστημιακή καθηγήτρια Μυριάμ Ρεβώ ντ’ Αλλόν στο περιεκτικό δοκίμιο της Πρέπει η πολιτική να γίνει ηθική;, Εστία, 2004).
Είναι, τέλος, αναποτελεσματική και υποκριτική διότι, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, με μακρά πορεία στους διαδρόμους της εξουσίας, (θα πρέπει να) γνωρίζουν τουλάχιστον αυτά που γνωρίζουν οι πρωτοετείς φοιτητές οικονομικών, ακόμη και στα ταλαίπωρα ελληνικά ΑΕΙ της ημιμάθειας. Δηλαδή ότι η ορθή κατανόηση των εκροών του πολιτικού συστήματος προϋποθέτει την επαρκή γνώση των οικονομικών.
Από την εποχή του Adam Smith που επεσήμανε πως όταν δύο επιχειρηματίες συναντώνται στην αγορά πρώτο τους μέλημα είναι πως θα ζημιώσουν τους υπολοίπους μέχρι τον Λόρδο Acton που διακήρυττε ότι η εξουσία διαφθείρει και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα.
Και από τον Friedrich Hayek που υποστήριζε ότι «πολλοί από τους υποτιθέμενους υπερασπιστές της ελεύθερης επιχειρηματικότητας είναι στην πραγματικότητα υπερασπιστές των προνομίων και επιθυμούν την κυβερνητική παρέμβαση προς όφελος τους, παρά αντίπαλοι όλων των προνομίων» (Individualism and Economic Order, 1948) έως τα σύγχρονα θεσμικά οικονομικά και τη θεωρία της «δημόσιας επιλογής» (public choice theory) που προσεγγίζει τις αποτυχίες του συστήματος ως «αποτυχίες της πολιτικής» (government failure) και όχι ως «αποτυχίες της αγοράς» (market failure), γνωρίζουμε ότι οι διάφορες ομάδες πίεσης επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τους κανόνες (regulations) προς ίδιον όφελος και σε βάρος των καταναλωτών και ότι οι κυβερνώντες κινούνται και αυτοί ως ορθολογικοί δρώντες επιχειρώντας να μεγιστοποιήσουν το ίδιον όφελος.
Δεν χρειάζονται όμως οι στοιχειώδεις γνώσεις των οικονομικών. Ούτε η γνώση της ύπαρξης στατιστικής επιβεβαίωσης της σχέσης ανάμεσα στη διαφθορά και τον κρατισμό σε διεθνές επίπεδο. Αρκεί μόνο η σωρευμένη εμπειρία της πλήρους αναποτελεσματικότητας των καταγγελιών και της διαπλοκολογίας, σε έξαρση από το 1989 και έπειτα.
Αντί λοιπόν να αναζητούμε μάταια αγγέλους μέσα στον συρφετό των ανεπάγγελτων και ημιμαθών πολιτευτών που διαγκωνίζονται για τη σκύλευση του κοινωνικού σώματος, θα ήταν ίσως προτιμότερο να διαμορφώσουμε ένα θεσμικό πλαίσιο που θα εξαναγκάζει τους κυβερνώντες να συμπεριφέρονται ηθικά προς όφελος της πολιτείας και των πολιτών (ο Kant τους αποκαλούσε «ορθολογικούς διαβόλους»).
Ορθή και θεμιτή λοιπόν η αποκάλυψη των περιπτώσεων διαφθοράς και η απόδοση των πολιτικών και ποινικών ευθυνών που προκύπτουν. Χρήσιμη και η θεσμική θωράκιση του συστήματος με τις Ανεξάρτητες Αρχές, ο ρόλος των οποίων θα πρέπει να αναβαθμιστεί σε πείσμα εκείνων που για προφανείς λόγους δεν το επιθυμούν. Απαιτούμενη η ενίσχυση των θεσμών της κοινωνίας των πολιτών, η συμμετοχή και η λογοδοσία των κρατικών λειτουργών.
Πρώτιστα, όμως επιβάλλεται ο περιορισμός κα έλεγχος του μακριού χεριού του κρατισμού, μέσα από ριζοσπαστικές πολιτικές περιορισμού τόσο του μεγέθους του δημόσιου τομέα και του κράτους-επιχειρηματία όσο και διαφόρων μορφών ενεργούς παρέμβασης του στις αγορές. Όπως ορθά και παραστατικά περιγράφουν οι Θοδωρής Πελαγίδης και Μιχάλης Μητσόπουλος στο βιβλίο τους Ανάλυση της ελληνικής οικονομίας- Η Προσοδοθηρία κα οι μεταρρυθμίσεις, οι αγορές στην Ελλάδα στραγγαλίζονται ανάμεσα σε ένα υπερτροφικό «κράτος-χταπόδι» που παρεμβαίνει στη λειτουργία των αγορών μέσα από τον γιγαντισμό των δημοσίων επιχειρήσεων και μέσα από διοικητικές πράξεις τύπου «διατάσσω και ελέγχω», και σε ένα πλήθος ομάδων πίεσης- «αναδιανεμητικών συσπειρώσεων» (redistributive coalitions), που επιδίδονται σε μία διαρκή αναζήτηση προσόδου (rent-seeking), συμμετέχοντας σε ένα δίκτυο «αλληλοεξυπηρετήσεων» (trading for favors).
Διαφορετικά, η κενή περιεχομένου ηθικολογία επιτυγχάνει μόνο να βυθίσει ακόμη περισσότερο στον απύθμενο κυνισμό της την ελληνική κοινωνία και να νομιμοποιήσει τις τυχοδιωκτικές συμπεριφορές των λαφυραγωγών του δημοσίου χρήματος.
Φοβούμαι όμως πως λίγα πράγματα μπορούν να αλλάξουν στο άμεσο μέλλον στο βαθμό που για την πλειονότητα του πολιτικού κόσμου και των πολιτών ισχύει η ρήση πως όποιος διαχωρίζει την πολιτική από την ηθική δεν κατανοεί ούτε τη μία ούτε την άλλη.
* Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της "Προοδευτικής Πολιτικής" (www.ppol.gr).
<< Home