Πέμπτη, Φεβρουαρίου 02, 2006

Ο ιδιότυπος ελληνικός ζντανοφισμός

«Κύριε πρόεδρε, τελικά ο Μαρξ υπήρξε πολύ σημαντικός πολιτικός φιλόσοφος»
Βύρων Πολύδωρας (Βουλή, 21.11.02)

Την περίοδο των περσινών χειμερινών διακοπών μου βρέθηκα στη μαγευτική Πράγα και, μεταξύ άλλων, επισκέφτηκα το μουσείο Κομμουνισμού προκειμένου να ικανοποιήσω το ενδιαφέρον μου για την πολιτική ιστορία.

Μάλλον φτωχά τα εκθέματα. Αρκετά, ωστόσο, ώστε να νιώσεις ένα σφίξιμο στο στήθος και να χαλάσει η διάθεσή σου. Ελάχιστοι και οι επισκέπτες. Οι Τσέχοι, λαός φιλοσοφημένος, έχουν επιλέξει τον δρόμο της λήθης, που για τον γάλλο φιλόσοφο Πωλ Ρικέρ αποτελεί αρετή, απηχώντας τον Νίτσε, ο οποίος έκανε λόγο για την μνήμη ως πηγή δυστυχίας. Άλλωστε, είναι ακόμη πολύ πρόσφατα τα βιώματά τους.

Αφήνοντας πίσω σου το μουσείο και τα παγερά βλέμματα των τσέχων φίλων σου, συνειδητοποιείς ότι δεν χρειάζεται να εντρυφήσεις στο συγκλονιστικό έργο των Στεφάν Κουρτουά, Νικολά Βερτ και Ζαν-Λουί Πανέ, (επιμ.), Η Μαύρη Βίβλος του Κομμουνισμού (Εστία, 2001), ή στο ανατριχιαστικό βιβλίο του Donald Rayfield, Stalin and His Hangmen (Penguin Books, 2004), για να έρθεις αντιμέτωπος με τα συγκλονιστικά ντοκουμέντα της κομμουνιστικής απανθρωπιάς.

Δεν είναι, επίσης, ανάγκη να διαβάσεις την Φάρμα των Ζώων του Όργουελ ή το Μηδέν και το Άπειρο του Άρθουρ Καίστλερ, για να αντιληφθείς την δομική βαναυσότητα, το αναλώσιμο της ανθρώπινης ζωής, και την εγγενή ροπή προς τη βία του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού.

Υπό αυτό το πρίσμα το πρόσφατο μνημόνιο του Συμβουλίου της Ευρώπης με τίτλο «Ανάγκη για διεθνή καταδίκη των εγκλημάτων ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων», πρέπει να ειδωθεί περισσότερο ως συμβολική αναγνώριση και δικαίωση των χιλιάδων θυμάτων της κομμουνιστικής θηριωδίας στην Ευρώπη, παρά ως ένα σύγχρονο κυνήγι μαγισσών ή μία προσπάθεια πολιτικού ρεβανσισμού. Πρώτα αποδίδεις την οφειλόμενη δικαιοσύνη και μετά γυρνάς σελίδα και προχωράς.

Οι αντιδράσεις των απολογητών του σοβιετικού ολοκληρωτισμού δεν είναι τίποτε άλλο παρά υποκριτική απόσειση ευθυνών. Ιδιαίτερα επίμονη είναι η προσπάθεια της αποφυγής της σύγκρισης των εγκλημάτων του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού με εκείνα της ναζιστικής θηριωδίας.

Αν σας ενδιαφέρει, σύντροφοι, η κατάταξη στη λίστα της παγκόσμιας πολιτικής κτηνωδίας, τότε μπορείτε να ησυχάσετε- ο Πολ Ποτ και οι Ερυθροί Χμερ υπήρξαν χειρότεροι καθώς, μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια εξολόθρευσαν το 25% του πληθυσμού της Καμπότζης. Αν πάλι μοναδικό ζητούμενο είναι ο δρόμος για την κόλαση να είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, απαλλάσσεστε- αν και ο αφελής μπορεί να είναι εξίσου ανήθικος. Και πάντως, όπως έλεγε ο Βολτέρος, πρέπει να κρίνουμε τις πράξεις και όχι τις προθέσεις.

Στην εισαγωγή του πραγματικά σπουδαίου βιβλίου του, Στάλιν- Η Αυλή του Κόκκινου Τσάρου (Ποταμός, 2005), ο Simon Sebag Montefiore γράφει χαρακτηριστικά (σελ. 18):

«Ανέκαθεν υπήρχε η τάση να αποδίδονται τα βάρη για όλα τα εγκλήματα σ’ έναν μόνο άνδρα- τον Στάλιν. Σήμερα υπάρχει στη Δύση μια εμμονή με τη μόδα της αχρειότητας: μια μακάβρια, αλλά βλακώδης σύγκριση μεταξύ του Στάλιν και του Χίτλερ για το ποιος ήταν ?ο πιο σατανικός δικτάτορας του κόσμου? βάσει των θυμάτων τους. Αυτό λέγεται δημαγωγία όχι ιστορία. Το μόνο που επιτυγχάνεται είναι να κατηγορηθεί ένας τρελός και δεν προσφέρει κανένα μάθημα ούτε για τον κίνδυνο που ενέχουν οι ουτοπικές ιδεολογίες και τα κοινωνικά συστήματα, αλλά ούτε και για την ευθύνη που φέρει το άτομο ως μονάδα»

Στη χώρα μας, η ομόφωνη καταδίκη του μνημονίου από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου (ανάμεσα τους και η «φιλελεύθερη» δημοτική παράταξη της Αθήνας) απέδειξε για ακόμη μία φορά την ιδεολογική ηγεμονία που απολαμβάνει η δογματική Αριστερά, πραγματικά μοναδικό φαινόμενο ανάμεσα στα σύγχρονα δημοκρατικά καθεστώτα.

Τα στελέχη της συντηρητικής παράταξης ποτέ δεν ένιωσαν την ανάγκη να επεξεργαστούν και να αρθρώσουν ένα σύνολο ιδεών που να αντανακλά τους στόχους και τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους, καθώς η άκοπη ανάδειξη στα κέντρα εξουσίας ήταν εξασφαλισμένη.

Ο Στάλιν είχε αντιληφθεί την σημασία των ιδεών στην πολιτική κυριαρχία. Ο ίδιος αντιμετώπιζε τους καλλιτέχνες ως «αρχιτέκτονες ψυχών» και με τη βοήθεια του Ζντάνωφ ασκούσε ολοκληρωτικό έλεγχο στη διαμόρφωση και τη διακίνησή τους. Μάλιστα, ο ίδιος ο Καλός Πατερούλης αναλάμβανε συχνά ακόμη και τις διορθώσεις των σεναρίων των κινηματογραφικών ταινιών! Αν μάλιστα ζούσε σήμερα ο σοβιετικός ηγέτης σίγουρα θα μελετούσε με μεγάλο ενδιαφέρον την ελληνική περίπτωση.

Και αν για το ΚΚΕ η άρνηση της ιστορικής πραγματικότητας είναι κατανοητή επιλογή με στόχο την περιχαράκωση του πολιτικού του χώρου, η περίπτωση της συντηρητικής παράταξης χρίζει προσεκτικότερης ανάγνωσης.

Δυστυχώς οι ευκαιριακές συμμαχίες με στόχο εκλογικά οφέλη δεν εξηγούν επαρκώς το ζήτημα της ιδεολογικής συμπόρευσης Νέας Δημοκρατίας και ΚΚΕ. Ούτε και οι περισσότερο επιστημονικές ερμηνείες περί της απουσίας εγχώριας αστικής τάξης.

Μία εξήγηση ίσως θα ήταν η ιστορική συγκρότηση της εγχώριας πολιτικής σκηνής, όπου η επαγγελματική και κοινωνική ανέλιξη καθορίζονταν σε μεγάλο βαθμό από το πλέγμα των τζακιών, της οικογενειοκρατίας και των πολιτικών φρονημάτων. Υπό αυτές τις συνθήκες τα στελέχη της συντηρητικής παράταξης ποτέ δεν ένιωσαν την ανάγκη να επεξεργαστούν και να αρθρώσουν ένα σύνολο ιδεών που να αντανακλά τους στόχους και τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους, καθώς η άκοπη ανάδειξη στα κέντρα εξουσίας ήταν εξασφαλισμένη. Η διαιώνιση αυτής της κατάστασης οδήγησε σήμερα στην ανάδειξη μίας γενιάς πολιτικά απαίδευτων και ημιμαθών στελεχών που συχνά εντυπωσιάζονται από εξίσου ημιμαθείς αριστερούς διανοούμενους και τους πανεπιστημιακούς του ενός συγγράμματος (βασικά του διδακτορικού τους).

Έτσι, ακόμη και σήμερα το στελεχιακό δυναμικό της Νέας Δημοκρατίας παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, πολιτικά απαίδευτο, αδύναμο και απρόθυμο να αρθρώσει ένα συνεκτικό πολιτικό αντίλογο στη δογματική Αριστερά, και υπεύθυνο για την καταθλιπτική έλλειψη ιδεολογικής αντιπαράθεσης στη χώρα μας, με προφανείς επιπτώσεις στο πολιτικό σύστημα.

Στον Λένιν αποδίδεται (αν και αμφισβητείται η πατρότητά της) η φράση «χρήσιμοι ηλίθιοι», που περιέγραφε εκείνους τους αστούς των δυτικών δημοκρατιών που εμφανίζονταν ως πρόθυμοι απολογητές του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού. Διαβάζοντας το πραγματικά απολαυστικό πρόσφατο αφιέρωμα του «Ιού» για την επιρροή του μαρξισμού στον πρόεδρο και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, μπαίνει κανείς στον πειρασμό να αναρωτηθεί μήπως ο ρώσος επαναστάτης, πέρα από την αναπόφευκτη οικοδόμηση του σοβιετικού κομμουνιστικού παραδείσου, είχε προβλέψει και την εμφάνιση της ελληνικής Δεξιάς.

* Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Κόκορα (www.e-rooster.gr).