Πέμπτη, Φεβρουαρίου 08, 2007

η ουσία και οι ουσίες στο έργο του Hunter S. Thompson

Το Φεβρουάριο του 2005, ο αμερικάνος συγγραφέας Hunter S. Thompson (18.7.1937-20.2.2005) αυτοκτόνησε, στο κτήμα του Owl Farm στη περιοχή Woody Creek του Colorado, όπου ζούσε απομονωμένος από το 1968. Mε μία σφαίρα από το αγαπημένο του σαρανταπεντάρι περίστροφο, έδωσε τέλος σε εξήντα επτά χρόνια φρενήρους βίου, μέρος μόνο του οποίου αποτυπώθηκε στα αιρετικά και πρωτοποριακά, πλην όμως ευπώλυτα, κείμενα του.

Προηγουμένως, σύμφωνα με τον βιογράφο του Douglas Brinkley, άφησε ένα σύντομο σημείωμα με τίτλο «Η ποδοσφαιρική χρονιά τελείωσε» («Football Season is Over»). Ειρωνικό, καθόλου όμως απίθανο και να κυριολεκτούσε καθώς, ως θιασώτης του αμερικανικού ποδοσφαίρου (NFL) ίσως πραγματικά να περίμενε να ολοκληρωθεί το πρωτάθλημα πριν δώσει τέλος στη ζωή του.

Λίγους μήνες μετά, στις 20 Αυγούστου, σε μία θορυβώδη τελετή όπως άλλωστε άρμοζε στη φασαριόζικη ζωή του, οι στάχτες του σκόρπησαν με μία βολή από κανόνι στον αέρα των Rocky Mountains, σύμφωνα με την επιθυμία του εκκεντρικού (;) αυτόχειρα, που εκτέλεσε η τριανταδιάχρονη δεύτερη σύζυγός του Anita και ο μοναδικός γιος του Juan.

Στη συνέχεια, και υπό τον κρότο και τις λάμψεις πυροτεχνημάτων καθώς και τους ήχους του τραγουδιού Mr. Tambourine Man του αγαπημένου του καλλιτέχνη Bob Dylan, έγιναν τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου ύψους 153 ποδιών που απεικόνιζε το σύμβολο του gonzo, την εξαδάκτυλη κόκκινη γροθιά.

Αν μη τι άλλο, επρόκειτο για μία εντυπωσιακή τελετή που, σύμφωνα με την εφημερίδα Washington Post, κόστισε περισσότερο από δύο εκατομμύρια δολάρια, το κόστος της οποίας καλύφθηκε από τον ηθοποιό και φίλο του εκλιπόντα Johnny Depp.

Ανάμεσα στους τριακοσίους παριστάμενους στη τελετή μπορούσε να συναντήσει κανείς τον Sean Penn, τoν Bill Murray, τον πρώην υποψήφιο πρόεδρο των Δημοκρατικών John Kerry. Άλλοι γνωστοί φίλοι του ο Ken Kesey (ο συγγραφέας της περίφημης Φωλιάς του Κούκου), ο Jerry Garcia των θρυλικών acid rockers Grateful Dead, ο Mohammad Ali (τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα), ο Jack Nicholson.

Με την αγαπημένη του γραφομηχανή IBM Selectric συνέγραψε δεκατέσσερα βιβλία και εκατοντάδες άρθρα. Καθώς τα περισσότερα από αυτά αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στις ψυχεδελικές ουσίες, αναπόφευκτα συνδέθηκε με τα ελευθεριακά κινήματα της Αντικουλτούρας των ΗΠΑ όπου αναδεικνύεται σε ένα από τους πλέον αναγνωρίσιμους εκπροσώπους της. Ο γνωστός κομίστας Garry Trudeau δημιουργός του στριπ The Freak Brothers, ο Thompson αποτέλεσε το πρότυπο για τη φιγούρα του Uncle Duke στο κόμικ Doonesbury.

Σε ηλικία είκοσι ενός ετών κατετάγη στην πολεμική αεροπορία προκειμένου να αποφύγει κάποια μπλεξίματα με τον νόμο. Παρέμεινε δύο χρόνια- για όσο διάστημα τους άντεξε και τον άντεξαν- απασχολούμενος ως αθλητικογράφος στην εφημερίδα του στρατοπέδου. Έχοντας περάσει μεγάλο μέρος της νεότητας του διαβάζοντας τους συγγραφείς της beat generation (κυρίως τον Kerouac και τον Burroughs) και αποφασισμένος να ταξιδέψει όπως οι ήρωες του με σκοπό να εντρυφήσει στο γράψιμο και τις καταχρήσεις, και έπειτα από μία σειρά αποτυχημένων προσπαθειών να γίνει δημοσιογράφος (για ένα σύντομο διάστημα έβγαζε φωτοτυπίες στο περιοδικό Time) βρίσκεται απεσταλμένος ρεπόρτερ του περιοδικού National Observer στις χώρες της Νότιας Αμερικής.

Εκεί από ένα τυχαίο συμβάν, μία συνηθισμένη δυσεντερία, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το αγαπημένο του αλκοόλ και έρχεται σε επαφή με τα ναρκωτικά (φύλλα κόκας και αμφεταμίνες). Το αποτέλεσμα ήταν μοναδικές ιστορίες, οι οποίες άλλοτε ήταν τόσο εξωφρενικές που έμοιαζαν ψεύτικες και άλλοτε απέπνεαν μια ανατριχιαστική ρεαλιστικότητα.

Τον δέκατο όγδοο αιώνα στο Εδιμβούργο, μία καμπάνα ηχούσε κάθε μεσημέρι και όλοι έπιναν μισή κούπα ουίσκι. Ο δημοσιογράφος Charles Perry (Los Angeles Times, 14.9.2005) αναρωτιέται πόσο συνέβαλε αυτό στην σπουδαία παραγωγή συγγραφέων της πόλης καθώς και στην ανάπτυξη του σκωτικού Διαφωτισμού. Στην περίπτωση του Hunter Thompson δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Στην επήρεια του αλκοόλ και των ψυχοτρόπων ουσιών οφείλει και την ανακάλυψη του ιδιαίτερου ύφους του.

Απεσταλμένος από το πρωτοποριακό περιοδικό εκείνης της εποχής Rolling Stone να καλύψει το τρίτο ετήσιο συνέδριο της Εθνικής Ένωσης Εισαγγελέων για τα επικίνδυνα ναρκωτικά, προτιμά με τη συντροφιά του δικηγόρου και ακτιβιστή φίλου του Oscar Zeta Acosta (Dr. Gonzo) να καταναλώνει κάθε διαθέσιμη ποσότητα speed και LSD και να καταστρέφει τα δωμάτια των ξενοδοχείων όπου διέμεναν, χρησιμοποιώντας τις επιταγές του περιοδικού.

Τελικά, αδυνατώντας να επεξεργαστεί τις σημειώσεις του, τις παρέδωσε ημιτελείς και με το φόβο της απόρριψης στο περιοδικό για να διαπιστώσει σύντομα πως αυτές έτυχαν αποθεωτικής υποδοχής και να ξεκινήσει έτσι μία πολύχρονη συνεργασία μαζί του.

Τα παραπάνω κείμενα αποτέλεσαν το περιεχόμενο του σημαντικότερου και γνωστότερου έργου Fear And Loathing In Las Vegas: A Savage Journey to the Heart of the American Dream, (1971), «το καλύτερο βιβλίο για τη δεκαετία της ντόπας», σύμφωνα με το New York Times Book Review.

Το βιβλίο αυτό μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο πολλά χρόνια αργότερα το 1998, από τον σκηνοθέτη του Brazil και των Monty Pythons Terry Gilliam, με τον Johnny Depp να υποδύεται τον Hunter Thompson και τον Benicio del Toro τον φίλο του Dr. Gonzo. Ταινία αξιοπρόσεκτη, διασκεδαστική και μάλλον υποεκτιμημένη.

Δημιουργός της περίφημης gonzo δημοσιογραφίας, ένας συνδυασμός δημοσιογραφικής έρευνας και λογοτεχνικής καταγραφής, στα όρια μυθοπλασίας και πραγματικότητας, ο Thompson επηρεασμένος από τον William Faulkner θεωρεί πως ο συγγραφέας λειτουργεί ως κάμερα και καταγράφει με τις λέξεις όσα βλέπει γράφοντας σε πρώτο πρόσωπο. Για τον Thompson, όπως και τον Faulkner, η καλή λογοτεχνία ήταν πιο αληθινή από την δημοσιογραφία. Μαζί με τον Tom Wolfe θεωρούνται οι διαμορφωτές της λεγόμενης Νέας Δημοσιογραφίας (New Journalism).

Είχε προηγηθεί το 1966 το βιβλίο Hells Angels: A Strange and Terrible Saga, ένα τρομακτικό οδοιπορικό στη καρδιά των απόκληρων της αμερικανικής κοινωνίας.



Η πολιτική υπήρξε πάντοτε καθοριστική όχι μόνο στο περιεχόμενο αλλά και στο ύφος του έργου του Thompson και από μία άποψη υπάρχουν σαφείς ομοιότητες με το έργο του George Orwell. Αρκεί κάποιος να διαβάσει το Down and Out in Paris and London (1933) του Βρετανού συγγραφέα και να το συνδέσει με τις περιπέτειες του Thompson στη Νέα Υόρκη.

Για τον Hunter Thompson όμως, οι ψυχεδελικές ουσίες και γενικότερα οι καταχρήσεις, πέρα από πηγή έμπνευσης, ήταν και μία στάση ζωής, μία ηχηρή πολιτική δήλωση με την ευρεία έννοια.

Ο γνωστός αμερικάνος αιρετικός ψυχίατρος Thomas Szaz υποστηρίζει ότι τα ναρκωτικά ακόμη και εάν δεν απαγορεύονταν θα έπρεπε να απαγορευτούν ως διέξοδος όσων θέλουν να αψηφήσουν την εξουσία. Η ουσία του έργου του Thompson είναι η υπερβολή, η αντίθεση και η ανυπακοή. Αν ζούσε σε μία κοινωνία όπου τα ναρκωτικά επιτρέπονταν τότε θα ήταν σίγουρα θα ήταν ενάντια στη χρήση τους.

Ο Thompson, αντίθετος κάθε συμβατικής και κατεστημένης άποψης, υπήρξε ένας πραγματικός ριζοσπάστης, ένας contrarian (σύμφωνα με το αμερικανικό λεξιλόγιο). Ο ίδιος αποκαλούσε τις απόψεις του «φιλοσοφία 180 μοιρών». Ελευθεριακός (libertarian), υπέρμαχος της αυτοδιάθεσης του ατόμου και της ιδιωτικότητας, επικριτής των μονοπωλίων, του χριστιανικού φονταμενταλισμού και του εθνικισμού, επηρεάστηκε στα νιάτα του από τον ομπτζεκτιβισμό, την ατομικιστική θεωρία της Ayn Rand (όπως φαίνεται στη δημοσιευμένη αλληλογραφία του). Στο πολιτικό πεδίο υπήρξε φίλος και υποστηρικτής του Patrick Buckanan και συμπαθών τους «φιλελευθεριστές» (libertarians) και τους αποκαλούμενους «παλαιοσυντηρητικούς» (paleo-conservatives). Το αγαπημένο του motto ήταν το περίφημο «Dont Tread on Me».

Υποψήφιος σερίφης στην πόλη Pitkin County στο Aspen του Colorado όπου ηττήθηκε για μερικές μόλις ψήφους με το συνδυασμό του Freak Power Party (!) με σύνθημα του να απομακρύνει από την εξουσία τις «παχιές γάτες» (fat cats) της πολιτικής.



Ο Γάλλος συγγραφέας Γκυ Σορμάν στο θαυμάσιο βιβλίο του Περιμένοντας τους Βαρβάρους (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Νέα Σύνορα, 1993) μας υπενθυμίζει τις απόψεις του Γάλλου ψυχίατρου Ρομπέρ Καστέλ αναφορικά με τον έλεγχο της τρέλας στην Γαλλία το 1838 (πρώτος «κοινωνικός» νόμος ο αυτεπάγγελτος εγκλεισμός των φρενοβλαβών) όπου σε μία κοινωνία με δύο εκατομμύρια εγκαταλελειμμένα παιδιά και εκατομμύρια ανθρώπων στην απόλυτη ένδεια με ανύπαρκτο κοινωνικό κράτος, μείζον πρόβλημα αναγορεύτηκε η ύπαρξη δέκα χιλιάδων φρενοβλαβών.

Για τον Σορμάν, τον Καστέλ και τον Σαζ, ο φρενοβλαβής και ο τοξικομανής έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: αντιμετωπίζονται ως παρείσακτοι, ως ξένοι. Η διαφορετικότητα της τοξικομανίας και οι ιδιαίτερες συμπεριφορές των χρηστών διαταράσσουν την ιδέα της τάξης και της κοινωνικής ομοιομορφίας. Τα αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα που συνηθίζουν να ελέγχουν κάθε πτυχή της ιδιωτικότητας των πολιτών τους δεν ανέχονται τις αποκλίνουσες συμπεριφορές των τοξικομανών. Όπως γράφει ο Σορμάν: «κανένας δεν μπορεί να είναι πιο ανυπόφορος και πιο επικίνδυνος για ένα ολοκληρωτικό καθεστώς από τον οπιομανή: συμβολίζει, πέρα από την προσωπική του παθολογία, την εικόνα της διττότητας και της πιθανής φυγής». Οι εξουσίες αντιμετωπίζουν τον τοξικομανή περισσότερο ως διαφωνούντα παρά ως ασθενή.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του η καταπονημένη υγεία του Thompson του προκάλεσε κατάθλιψη και αυτοκτονικές τάσεις. Απεχθανόταν τα νοσοκομεία και τους γιατρούς και δεν ακολουθούσε τις συμβουλές τους. Κυρίως αποστρεφόταν την αίσθηση ότι δεν ορίζει την ζωή του και σταδιακά άρχισε να κλείνετε στον εαυτό του. Τις παραμονές του θανάτου του σε ένα δυσάρεστο συμβάν, μιμούμενος τον William Burroughs, παραλίγο να στερήσει τη ζωή της γυναίκας του σημαδεύοντας με ένα από τα όπλα του ένα κοντινό της στόχο.

Τα όπλα αποτελούσαν την δεύτερη μεγάλη αδυναμία του- μετά τις καταχρήσεις. Μάλιστα, κάποτε υπέγραψε τα αντίτυπα των έργων του μίας ομάδας μαθητών που τον επισκέφτηκαν με σφαίρες από ένα σαρανταπεντάρι Magnum. Ήταν προφανές ότι θα επέλεγε να τελειώσει τη ζωή του με ένα όπλο, όπως και ένας άλλος σημαντικός αυτόχειρας και επιρροή του Thompson, ο Ernest Hemingway. O Thompson, βέβαια αστειευόταν πως το δικό του σαφάρι δεν περιλάμβανε ζώα της αφρικανικής ηπείρου, αλλά μόνο ποντικούς και εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα.

Η ψυχική του διάθεση είχε αναπόφευκτα αντίκτυπο στις αντιλήψεις και στο έργο του. Αναδείχτηκε σε σφοδρό πολέμιο της πολιτικής Bush και συνέγραψε το Kingdom of Fear: Loathsome Secrets of a Star-Crossed Child in the Final Days of the American Century (2003) ασκώντας έντονη κριτική στη στρατιωτικοποίηση της αμερικανικής πολιτικής και κοινωνίας και σκιαγραφώντας την προοπτική ενός ζοφερού μέλλοντος.