Το άδηλο μέλλον των κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων
Η επ’ αόριστο χρονικό διάστημα αναβολή της προγραμματισμένης παρουσίασης της έκθεσης με τον φιλόδοξο τίτλο «Συνταγματική αναθεώρηση για ανταγωνιστική οικονομία σε ένα κοινωνικό κράτος δικαίου», που εκπονήθηκε από τη νεοσυσταθείσα Επιτροπή Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων (ΕΔΙΜΕΤ) του υπουργείου Οικονομίας & Οικονομικών, σε καμία περίπτωση δεν αποτέλεσε έκπληξη για τους προσεκτικούς παρατηρητές των πολιτικών εξελίξεων στη χώρα μας.
Η απουσία επαρκώς επεξεργασμένων πολιτικών προτάσεων κατά την προεκλογική περίοδο και η έλλειψη συγκεκριμένου ιδεολογικοπολιτικού στίγματος, οδηγούσαν στην εκτίμηση πως η κυβέρνηση της Ν.Δ. αναπόφευκτα θα κινείτο στη πεπατημένη των αποσπασματικών πρωτοβουλιών. Το γεγονός πως έπειτα από δυόμιση χρόνια θητείας η κυβέρνηση προβληματίζεται για το πώς πρέπει να χειριστεί τις προτάσεις μίας ακόμη «επιτροπής σοφών», απλά υπογραμμίζει τα παραπάνω.
Σήμερα, η κυβέρνηση εμφανίζεται εξαιρετικά απρόθυμη αλλά και αδύναμη να προωθήσει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις.
Απρόθυμη, στο βαθμό που οι επιλογές της υπαγορεύονται από τις βραχυπρόθεσμες εκλογικές αναγκαιότητες (βλέπε πολιτικό κόστος) με ορίζοντα τετραετίας και στόχο την εξάντληση και ανανέωση της κυβερνητικής θητείας, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση τις δεδομένες ενδοκυβερνητικές και εσωκομματικές ισορροπίες.
Αδύναμη, καθώς παρουσιάζει ουσιαστικές ελλείψεις σε πολιτικό, ιδεολογικό και τεχνικό επίπεδο:
- Πολιτικά, καθώς δεν μερίμνησε ώστε να διαμορφώσει εκείνες τις κοινωνικές συμμαχίες που θα της επέτρεπαν τη προώθηση ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Τουναντίον, το περίφημο ιδεολόγημα του «μεσαίου χώρου» λειτούργησε νομιμοποιητικά υπέρ της ακινησίας και των ισορροπιών και σε βάρος της απαραίτητης διάθεσης ρήξης με κατεστημένα συμφέροντα και νοοτροπίες.
- Ιδεολογικά-φιλοσοφικά, στο μέτρο που οι μεταρρυθμίσεις εμπεριέχουν ένα βαθμό ριζοσπαστισμού που εξ ορισμού δεν αφθονεί στα συντηρητικά πολιτικά κόμματα, τα οποία ως συστήματα πεποιθήσεων αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα τις ρηξικέλευθες προτάσεις και τις απότομες αλλαγές.
- Στο τεχνικό επίπεδο, καθώς δεν φαίνεται να διαθέτει την απαιτούμενη τεχνογνωσία (τεχνολογία μεταρρυθμίσεων και στελεχιακό δυναμικό) που προϋποθέτουν οι μεταρρυθμίσεις ώστε να προχωρήσουν και να αποδώσουν.
Αντίθετα, μία αποτελεσματική μεταρρυθμιστική πολιτική πρέπει να λαμβάνει υπόψη της, μεταξύ άλλων, τους παρακάτω παράγοντες:
- Στόχευση. Μία μεταρρύθμιση είναι πρώτιστα μία πολιτική επιλογή. Απαιτεί σαφείς κοινωνικές αναφορές, επιλογή συμμάχων και αντιπάλων. Η ικανοποίηση των αιτημάτων του συνόλου των κοινωνικών ομάδων, αν και θεμιτή, είναι ανέφικτη. Η υιοθέτηση από τη κυβέρνηση των δημοσκοπήσεων ως οδηγού πολιτικής περισσότερο αποτελεί απόδειξη της απροθυμίας της να προχωρήσει στις απαιτούμενες επιλογές στόχευσης.
- Μεθοδολογία. Η πολυπραγμοσύνη οδηγεί σε διασπορά δυνάμεων. Η κυβέρνηση θα έπρεπε να περιοριστεί στις μεταρρυθμίσεις σε κεντρικούς τομείς της δημόσιας ζωής (οικονομία, παιδεία, δημόσια διοίκηση) μέσα από τη προώθηση ενός μικρού αριθμού επαρκώς προετοιμασμένων νόμων-πλαισίων. Τουναντίον, η κυβέρνηση ήρθε αναίτια σε αντιπαράθεση με πλήθος κοινωνικών ομάδων, χωρίς εμφανή προσανατολισμό.
- Χρόνος. Ιδανικά, μία κυβέρνηση πρέπει να προωθήσει τις σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις πριν τα κατεστημένα συμφέροντα κατορθώσουν να οργανωθούν σε «αναδιανεμητικές συσπειρώσεις» και βρουν το δρόμο τους ανάμεσα στους διαδρόμους της εξουσίας (π.χ. τα γνωστά προγράμματα των «εκατό ημερών»). Η σημερινή κυβέρνηση, αντίθετα, σπατάλησε τη σημαντική αρχική μετεκλογική δυναμική της και πλέον έχει απέναντι της μία κοινή γνώμη χαμηλών προσδοκιών και εμπιστοσύνης.
Συμπερασματικά, σήμερα μπορούμε με σχετική ασφάλεια να προβλέψουμε πως η σημερινή κυβέρνηση, επωφελούμενη και της απουσίας ολοκληρωμένου προγραμματικού λόγου από την πλευρά της αντιπολίτευσης, θα συνεχίσει να πορεύεται απερίσπαστη στον δρόμο της βολικής απραξίας και των πολιτικών συμβιβασμών, υπό το βάρος της έλλειψης πολιτικής βούλησης αλλά και των φανερών μεταρρυθμιστικών αδυναμιών της.
Δυστυχώς για τους ανησυχούντες πολίτες, οι μεταρρυθμίσεις που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος παραπέμπονται στο άδηλο μέλλον.
* Δημοσιεύτηκε στην Προοδευτική Πολιτική.
<< Home