Πέμπτη, Μαΐου 03, 2007

ένας φιλελεύθερος αντικαπιταλιστής



Τάκης Μίχας, Τσόμσκι και Φιλελευθερισμός- μία κριτική προσέγγιση, Αθήνα, 2007, εκδόσεις Κριτική (σειρά Επιστημονική Βιβλιοθήκη), 301 σελ.

Στην εγχώρια πολιτική συζήτηση το έργο του αμερικανού γλωσσολόγου και πολιτικού στοχαστή Νόαμ Τσόμσκι προσλαμβάνεται με αντιφατικούς τρόπους καθώς είναι εν πολλοίς παρεξηγημένο. Οι εξ αριστερών υπέρμαχοί του μάλλον άδικα υπερτονίζουν την αντικαπιταλιστική και αντι-ιμπεριαλιστική (αντιαμερικανική) ρητορεία του, παραγνωρίζοντας τοις φιλελεύθερες καταβολές του. Οι εκ δεξιών πολέμιοι του, αν και αναγνωρίζουν την προσφορά του στη γλωσσολογία, εξίσου άδικα υποβαθμίζουν τη πολιτική του σκέψη θεωρώντας ξένη προς τις φιλελεύθερες αρχές και αξίες.

Αυτό που καθιστά ενδιαφέρουσα τη πολιτική σκέψη του Τσόμσκι είναι πως η δριμεία κριτική που ασκεί στο σύγχρονο καπιταλισμό έχει αναφορές στο κλασσικό φιλελευθερισμό. Τον αμύητο στο έργο του Τσόμσκι αναγνώστη αναμφίβολα εντυπωσιάζουν οι πλείστες αναφορές του αμερικανού ριζοσπάστη στον θεμελιωτή του οικονομικού φιλελευθερισμού Adam Smith και στην έννοια της αλληλεγγύης όπως αυτή αναπτύσσεται στο έργο του η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων που προηγήθηκε του περίφημου Πλούτου των Εθνών.

Ο Τσόμσκι αυτό-προσδιορίζεται ως «ελευθεριακός σοσιαλιστής» (libertarian socialist- κεφ. 1). Ο ελευθεριακός σοσιαλισμός αποτελεί ένα ρεύμα σκέψης με μακρά ιστορική παράδοση, από τον John Stuart Mill ως τον Robert Owen και από τον John Dewey ως τον Bertrand Russell. Οι ελευθεριακοί σοσιαλιστές, αν και δέχονται ως αδιαπραγμάτευτη την ελευθερία, επιζητούν και προσπαθούν να συνδέσουν μαζί της την ισότητα. Ας μην ξεχνούμε πως, αρκετοί από τους εκπροσώπους του κλασσικού φιλελευθερισμού (όπως ο Smith και ο Hume) υπερασπίστηκαν την ελεύθερη αγορά στο όνομα της ισότητας καθώς θεωρούσαν πως η απρόσκοπτη λειτουργία της, πέρα από τη δημιουργία πλούτου, τείνει στη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων.

Ωστόσο, ο Τσόμσκι θεωρεί πως «η ελεύθερη αγορά δεν υπήρξε ούτε υπάρχει». Τούτο διότι, ιστορικά οι κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές ελίτ δεν επιτρέπουν τον ενδεχόμενο περιορισμό των προνομίων τους από την ανάδειξη νέων παικτών μέσα από την ελεύθερη και απρόσκοπτη λειτουργία των αγορών.

Ο Τσόμσκι αρθρώνει τη κριτική του κύρια γύρω από τις πολυεθνικές (και όχι στην αγορά per se), όπως και στα ΜΜΕ, υπό το πρίσμα της μονοπωλιακής συγκέντρωσης της δύναμης-εξουσίας. Ο Τσόμσκι επικεντρώνει τη κριτική του στη κυριαρχία των πολυεθνικών στη παγκόσμια οικονομία, την οποία μοντελοποιεί στο σχήμα του «επιχειρηματικού μερκαντιλισμού». Οι επιχειρήσεις αποτελούν για τον Τσόμσκι κίνδυνο για τις ατομικές ελευθερίες ανάλογο με αυτόν που αποτελούσε το κράτος τον προηγούμενο αιώνα- αντίληψη κάτι που τον φέρνει κοντά στη σκέψη του αμερικανού οικονομολόγου John Kenneth Galbraith (κεφ. 4).

Κάπου εδώ τελειώνουν οι ομοιότητες του Τσόμσκι με τους φιλελεύθερους διανοητές και αναδύονται οι διαφορές. Διαφοροποιείται από τους (νέο)φιλελεύθερους στοχαστές, όπως ο Hayek και ο Nozick, οι οποίοι αν και δεν απορρίπτουν, πάντως δεν παρουσιάζουν επεξεργασμένες θεωρίες θετικής ελευθερίας (freedom to), περιοριζόμενοι στη κατοχύρωση-προάσπιση της αρνητικής ελευθερίας (freedom from), για να θυμηθούμε τη περίφημη διάκριση του φιλοσόφου Isaiah Berlin (Two Concepts of Liberty).

Διαφοροποιείται ακόμη στην αντιμετώπιση της ανισότητας την οποία αντιμετωπίζει ως ξένη προς την ανθρώπινη φύση (σε αντίθεση με νεοφιλελεύθερους- κυρίως αναρχοκαπιταλιστές- στοχαστές), και επιδιώκει πολιτικές που προωθούν την ισότητα αποτελέσματος, πέρα από την ισότητα ευκαιριών. Ωστόσο, ο Τσόμσκι διαφοροποιείται και από το μεγάλο ρεύμα της αριστερής διανόησης που απορρίπτει τα ατομικά δικαιώματα τις αρνητικές ελευθερίες των φιλελεύθερων ως «αστικές ελευθερίες» καθώς υποστηρίζει την αναγκαιότητά τους και επιθυμώντας τη διεύρυνσή τους.

Από την πλευρά του ο συγγραφέας δεν χαρίζεται στον Τσόμσκι ασκώντας κριτική στις απόψεις του για τη παγκοσμιοποίηση και το κατά πόσο τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα του πλανήτη αποτελούν του «χαμένους» των παγκοσμιοποιούμενων αγορών καθώς και τη δημοκρατία ως αντίβαρο στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος, άποψη που τον απομακρύνει από τον κλασσικό φιλελευθερισμό και την επιφυλακτική του στάση απέναντι στη λαϊκή κυριαρχία ως «τυραννία της πλειοψηφίας» (Benjamin Constant, J.S. Mill).

Πάντως, τα πυρά του Τσόμσκι βάλλουν κυρίως κατά του ρεύματος του μεταμοντερνισμού. Ο Τσόμσκι παραμένει πεισματικά υπέρμαχος του Ορθού Λόγου και των ιδεών του Διαφωτισμού, αντιμετωπίζοντας τις θεωρίες των εκπροσώπων του (με την εξαίρεση του Foucault) ως «ασυνάρτητες» και «αντι-επιστημονικές» (κεφ. 2).

Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σελίδες που πραγματεύονται τις γλωσσολογικές θεωρίες του Τσόμσκι, οι οποίες έλκουν από τον μεθοδολογικό ατομισμό των φιλελευθέρων (Hayek, Mises) παρά από τον μεθοδολογικό ολισμό (Saussure, κ.ά). Για τον Τσόμσκι η γλώσσα είναι ατομικό φαινόμενο και όχι κοινωνική κατασκευή (κεφ. 10).

Εν κατακλείδι, η πολιτική σκέψη του Τσόμσκι με τον τρόπο που τη πραγματεύεται ο συγγραφέας, διαλύει αρκετές από τις παρεξηγήσεις που συνοδεύουν τη πρόσληψή της στην εγχώρια συζήτηση. Από τη μία πλευρά, υπενθυμίζει στους φιλελεύθερους τη ριζοσπαστικότητα και τη πολυμορφία που ιστορικά χαρακτήριζε τον κλασσικό φιλελευθερισμό. Κάτι που ο σύγχρονος φιλελευθερισμός φαίνεται να έχει απολέσει καθώς ένα μέρος του εμφανίζεται, εκούσια ή ακούσια, ως ιδεολογικός απολογητής του σύγχρονου διεθνούς οικονομικού συστήματος. Από την άλλη πλευρά, το ετερόκλητο πλήθος των εγχώριων (αριστερών και δεξιών) κοινοτιστών που πρόθυμα- πλην όμως επιλεκτικά- αναπαράγει τις απόψεις του κατά της Νέας Τάξης, πόρρω απέχει από το σύστημα σκέψης του Τσόμσκι, στο βαθμό που ο τελευταίος απορρίπτει τις ολιστικές-κολλεκτιβιστικές προσεγγίσεις και τις «επιλογές της ομάδας» (κοινωνικής, εθνικής, κ.ά) έναντι του ατόμου.

Η γλώσσα του βιβλίου είναι στρωτή χάρη στη πλούσια δημοσιογραφική εμπειρία του συγγραφέα και οι ελληνικές και ξενόγλωσσες βιβλιογραφικές αναφορές καλύπτουν με επάρκεια τα ζητήματα που πραγματεύεται το βιβλίο. Τα παραπάνω καθιστούν το νέο δοκίμιο του Τάκη Μίχα ένα πραγματικά απολαυστικό ανάγνωσμα για όσους εντρυφούν στην ιστορία των πολιτικών ιδεών αλλά και για όσους απλά ενδιαφέρονται για τα σύγχρονα ρεύματα πολιτικής σκέψης και τους τρόπους με τους οποίους διαμορφώνουν το σύγχρονο κόσμο.




* Δημοσιεύεται στο 2ο τεύχος του περιοδικού presscode (Μάιος 2007).