σε αναζήτηση διεξόδου από τη κλειστή οικονομία
Η προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων ως είθισται διεξάγεται με μισές αλήθειες, αποσιωπήσεις και επιλεκτικές αναφορές. Η κυβέρνηση επαίρεται για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας και το ΠΑΣΟΚ αρκείται να επισημαίνει την επιβράδυνσή τους τα τελευταία χρόνια. Η κυβέρνηση επιχαίρει για τη μείωση του ποσοστού της ανεργίας και το ΠΑΣΟΚ καταγγέλλει τα τεχνάσματα στον τρόπο υπολογισμού της και τη διάδοση της μερικής απασχόλησης. Και τα δύο πολιτικά κόμματα αποφεύγουν συνειδητά να σηκώσουν το πέπλο των βολικών μακρο-οικονομικών μεγεθών που καλύπτει τη διαφορετική και δυσάρεστη οικονομική πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα που εμφανίζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
- Υψηλή οικονομική ανισότητα. Είναι ενδεικτικό πως, η Ελλάδα παρουσιάζει τον υψηλότερο δείκτη ανισότητας στην ΕΕ των 15 καθώς το πλουσιότερο 10% διαθέτει 7 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 10%. Τα μεσαία στρώματα πιέζονται και η ανοδική πορεία της προηγούμενης δεκαετίας αποτελεί παρελθόν. Οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα αντιστοιχούν στο 60% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
- Αναποτελεσματική κοινωνική προστασία. Οι μεταφορές κοινοτικών πόρων μειώνουν τη φτώχεια σε μικρότερο ποσοστό από το αντίστοιχο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (20% και 40% αντίστοιχα). O δείκτης οικονομικής επισφάλειας βρίσκεται στο 20-23% (τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στις «νεοφιλελεύθερες» ΗΠΑ δεν ξεπερνά το 12,5%). Η ολοένα και περισσότερο δοκιμαζόμενη οικογένεια είναι το τελευταίο «μαξιλάρι» χιλιάδων συμπολιτών μας πριν να κατρακυλήσουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
- Εμφάνιση φαινομένων «νέας φτώχειας». Πρόκειται για κοινωνικές ομάδες που βρίσκονται εκτός οικονομικού συστήματος και που συχνά δεν καταγράφονται καν στις σχετικές στατιστικές έρευνες (μακροχρόνια άνεργοι, άστεγοι, ανασφάλιστοι μετανάστες, κ.λπ). Η ελληνική κοινωνία μεταβάλλεται ταχύτατα σε «κοινωνία των 2/3», με προφανείς συνέπειες για τη κοινωνική συνοχή.
- Ανύπαρκτη κοινωνική κινητικότητα. Η οικονομική ανάπτυξη στη χώρα μας, προϊόν πολιτικών επιλογών της τελευταίας εικοσαετίας, είναι στρεβλή και κατευθυνόμενη. Ο πλούτος που συσσωρεύεται (και σε μεγάλο βαθμό προέρχεται από μεταβιβάσεις κοινοτικών πόρων) δεν διαχέεται ο πλούτος στα κατώτερα επίπεδα της «οικονομικής πυραμίδας». Θύματα είναι κυρίως οι νέοι- οι άνεργοι και η «γενιά των 700 ευρώ». Η δημιουργικότητα τους δεν βρίσκει διέξοδο, η εργατικότητά τους δεν έχει αντίκρισμα. Μια πιθανή χρεοκοπία του ασφαλιστικού συστήματος θα δώσει το τελειωτικό χτύπημα στα όνειρα τους για ένα καλύτερο μέλλον.
Στη βάση των παραπάνω βρίσκεται το κυρίαρχο μοντέλο της ελληνικής ανάπτυξης, το οποίο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως παρεοκρατικό καπιταλισμό, όπου ένα πλήθος ομάδων πίεσης σχηματίζουν αναδιανεμητικές συσπειρώσεις και διαγκωνίζονται για την απόκτηση προσόδου με τη διαμεσολάβηση των κρατικών οικονομικών πολιτικών (φορολογική, δημοσιονομική, επενδυτική, κ.λπ.), κάτι που βέβαια αποτελεί μία μεταφορά πλούτου. Χαρακτηριστικά αυτού το μοντέλου είναι η ολιγοπωλιακή οργάνωση της οικονομίας, ο έλεγχος τιμών, τα καρτέλ όπου προστατεύονται οι παραγωγοί και όχι οι καταναλωτές, οι πρακτικές «διατάσσω και ελέγχω», η προστασία των «κλειστών επαγγελμάτων», η υπερ-ρυθμισμένη αγορά εργασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο της «σημαδεμένης τράπουλας», δεν είναι φυσικά να απορεί κάποιος για την υποχώρηση της χώρας μας σε όλους σχεδόν τους δείκτες οικονομικής ελευθερίας. Έτσι, σύμφωνα με τον ετήσιο κατάλογο οικονομικής ελευθερίας (Index of Economic Freedom) που συντάσσει το αμερικανικό ινστιτούτο Heritage Foundation σε συνεργασία με την εφημερίδα Wall Street Journal για το 2005, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 94η θέση ανάμεσα σε 157 κράτη, πίσω από χώρες όπως η Αλβανία, η Μποτσουάνα και η Νικαράγουα, με ποσοστό οικονομικής ελευθερίας 57,6%, που την κατατάσσει στη κατηγορία «σχεδόν ανελεύθερο».
Η «δίκαιη κοινωνία» που συνοψίζει την επικοινωνιακή οικονομική πρόταση του ΠΑΣΟΚ έλκει προφανώς τη καταγωγή της από τον αμερικανό πολιτικό φιλόσοφο John Rawls και το ομότιτλο βιβλίο του. Ωστόσο, ο Rawls μάλλον δεν είχε κατά νου τη παλιομοδίτικη πρόταση της αναδιανομής του πλούτου μέσω φορολόγησης που ικανοποιεί το θυμικό ενός συγκεκριμένου ακροατηρίου με προφανή στόχο, αλλά αντίθετα την άρση των εμποδίων που ορθώνονται απέναντι στους «λιγότερο ευνοημένους» του οικονομικού συστήματος με βάση την «αρχική θέση» τους και όχι τις ψηφοθηρικές προτεραιότητες των πολιτικών κομμάτων.
Δυστυχώς, η σύντομη προεκλογική περίοδος που διανύουμε επιβεβαίωσε για ακόμη μία φορά το προφανές. Η προσαρμογή του πολιτικού προσωπικού της χώρας στο «κλειστό» οικονομικό σύστημα, το οποίο δημιούργησε, ανέχεται και αναπαράγει απροκάλυπτα, είναι αδιάντροπα προκλητική. Η αγανάκτηση των πολιτών που πλήττονται έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια της. Ας ελπίσουμε πως μπροστά στη κάλπη θα βρει και τους κατάλληλους τρόπους έκφρασης.
* Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι γεν. γραμματέας και υποψήφιος βουλευτής επικρατείας της Φιλελεύθερης Συμμαχίας (www.greekliberals.net).
** Δημοσιεύτηκε στη Προοδευτική Πολιτική (10.9.2007)
<< Home