Τρίτη, Ιανουαρίου 31, 2006

Οι Τρεις Ιεράρχες και οι εθνικοί μύθοι

Ο Μίλαν Κούντερα, στο βιβλίο του Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης, διηγείται με μοναδικό τρόπο την ιστορία του Τσεχοσλοβάκου αξιωματούχου του καθεστώτος Βλαντιμίρ Κλεμέντις, ο οποίος «διαγράφηκε» από την ιστορία με συνοπτικές διαδικασίες από τους μηχανισμούς προπαγάνδας του καθεστώτος.


Συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 1948, ο κομμουνιστής ηγέτης Κλέμεντ Γκότβαλντ, από ένα μπαλκόνι στη Πράγα, απευθύνεται σε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που τον επευφημεί. Το κρύο ήταν τσουχτερό και ο Κλεμέντις, που στεκόταν στο πλευρό του, ευγενικά τού προσέφερε το γούνινο καπέλο του. Πρόκειται για μία σημαντική ιστορική στιγμή που σηματοδοτεί τη γέννηση της ενιαίας Τσεχοσλοβακίας, και που τα μετέπειτα χρόνια θα αποτυπωθεί, μεταξύ άλλων σε αφίσες και σχολικά βιβλία. Το 1952, ο Κλεμέντις θα κατηγορηθεί ως προδότης του καθεστώτος και θα απαγχονιστεί. Οι κρατικές υπηρεσίες θα αναλάβουν να τον εξαφανίσουν από όλα τα ιστορικά ντοκουμέντα και σύντομα τη θέση του πλάι στον Γκότβαλντ καταλαμβάνει ένας άδειος τοίχος.

Ωστόσο, η παρουσία του Κλεμέντις, σε ένα από τα γνωστά καπρίτσια της ιστορίας, θα αφήσει το ίχνος της. Συγκεκριμένα, το γούνινο καπέλο που φορούσε εκείνη την ημέρα, το οποίο, σε πείσμα της παρέμβασης του καθεστώτος, παρέμεινε στο κεφάλι του Γκότβαλντ!

Το παραπάνω περιστατικό δείχνει, με τον πλέον παραστατικό τρόπο, κάποιες από τις μορφές που μπορεί να προσλάβει η ιδεολογική χρήση της ιστορίας από τα διάφορα κέντρα εξουσίας. Και φυσικά, στα κλειστά πολιτικά, ιδεολογικά και θρησκευτικά δόγματα, η λογοκρισία και ο έλεγχος της σκέψης δεν είναι απλά ένας πειρασμός της εξουσίας, αλλά αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη των σχεδίων της κοινωνικής μηχανικής τους (ή της «αρχιτεκτονικής των ψυχών», κατά την ανατριχιαστική πλην όμως εύστοχη φράση του Στάλιν).

Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να ειδωθεί και το περίφημο ιδεολόγημα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, μία επίμονη (και σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένη, οφείλουμε να επισημάνουμε) προσπάθεια συνάρθρωσης- συνταύτισης της αρχαιοελληνικής παράδοσης με την ελλαδική Ορθοδοξία.

Μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις κατασκευής «εθνικών (αλλά και θρησκευτικών) μύθων» και της εργαλειακής χρήσης τους, αποτελεί η καθιέρωση της εορτής των Τριών Ιεραρχών, τους οποίους η ελλαδική Εκκλησία εορτάζει στις 30 Ιανουαρίου.

Απαραίτητο συμπλήρωμα στους πανηγυρικούς που εκφωνούνταν στα σχολεία όταν ήμουν μαθητής (και πιθανολογώ ότι συνεχίζουν να εκφωνούνται καθώς, ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει στη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση) είναι το βιβλίο της Έφης Γαζή, Ο Δεύτερος Βίος των Τριών Ιεραρχών- μία γενεαλογία του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού (Νεφέλη, 2004, 272 σελ.)



Πρόκειται για μία καλογραμμένη και εμπεριστατωμένη μελέτη, στην οποία η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ακολουθεί τη διαδρομή της κατασκευής της σημερινής εικόνας («του δεύτερου βίου») των Τριών Ιεραρχών, από τον 11ο αιώνα, στον 19ο αιώνα- εποχή συγκρότησης της εθνικής συνείδησης- και ως τις μέρες μας.

Και είναι πραγματικά εντυπωσιακή η περιγραφή της διαμόρφωσης της «επίσημης» ιστορίας των Τριών Ιεραρχών, οι οποίοι δεν ήταν πάντοτε τρεις και δεν ήταν πάντα οι ίδιοι. Ανάμεσά τους βρέθηκαν, ο Γρηγόριος Νύσσης και μία γυναίκα- η Μακρίνα η Νεώτερη.

Διόλου τυχαία οι Τρεις Ιεράρχες, και ειδικότερα ο Μέγας Βασίλειος, κατέχουν κεντρική θέση στην εκπαίδευση των νέων. Άλλωστε όπως μας υπενθυμίζει ο καθ. Σάββας Αγουρίδης σε πρόσφατο άρθρο του («Οι Τρεις Ιεράρχες και ο Ελληνισμός», Αυγή, 29.1.2006), o σπουδαίος γνώστης της αρχαιοελληνικής γραμματείας και συγγραφέας του Πώς αν εκ των ελληνικών ωφελοίντο λόγων, υποστήριζε ότι «τα εθνικά γράμματα δεν έχουσι καθ’ εαυτά αξίαν, αλλά μόνον σχετικήν και προπαιδευτικήν, εφόσον συντελούσιν εις πληρεστέραν κατανόησιν της Γραφής?». Δεν πρέπει, λοιπόν, να αναρωτιόμαστε για τη σκοπιμότητα της ίδρυσης εκκλησιαστικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων από την ελλαδική Εκκλησία.

Τέλος, όσο για τους υπόλοιπους μύθους, κάντε λίγη υπομονή καθώς πλησιάζει η 25η Μαρτίου. Όσα χρόνια και αν έχουν περάσει, δεν χορταίνω τις καταπληκτικές ιστορίες για το κρυφό σχολειό, τον Γρηγόριο Ε΄, και την καθοριστική συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Επανάσταση του 1821. Μπορεί βιβλία όπως αυτό της Έφης Γαζή να μας χαλάνε το όνειρο, αν μη τι άλλο όμως, μας φτιάχνουν την ημέρα!

Πέμπτη, Ιανουαρίου 26, 2006

Κοινωνικός Φιλελευθερισμός ή Σοσιαλδημοκρατία- η Κρίσιμη Επιλογή

Είναι προφανές ότι, η επιτυχία των πολιτικών ιδεών κρίνεται στη βάση της συνάρθρωσης των επιδιωκόμενων στόχων με τις επικρατούσες πολιτικο-οικονομικές συνθήκες. Με άλλα λόγια, οι πετυχημένες πολιτικές ιδέες δεν αναπτύσσονται σε κενό αέρος, αλλά αντίθετα στο στέρεο έδαφος της πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατία συνέβαλε καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Κατά τον ίδιο τρόπο που οι «νεοφιλελεύθερες» πολιτικές επιλογές της απελευθέρωσης των αγορών και της πειθάρχησης των δημοσίων οικονομικών την δεκαετία του 1980 επέτρεψαν σε πολλές δυτικές οικονομίες να ξεφύγουν από τα αδιέξοδα του κρατικού γιγαντισμού και του γραφειοκρατικού υδροκεφαλισμού.

Σήμερα ωστόσο, η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία στέκεται αμήχανη μπροστά στα νέα ζητήματα που προκύπτουν από τις μεταβολές του διεθνούς οικονομικού συστήματος και τη ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη, όπως, μεταξύ άλλων, οι «κοινωνίες των 2/3», η «νέα ένδεια», η ενσωμάτωση των μεταναστών και οι διαμορφούμενες πολυπολιτισμικές κοινωνίες, τα αδιέξοδα των ασφαλιστικών συστημάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ανοικτό πνεύμα, η υιοθέτηση ρεαλιστικών προτάσεων και η θαρραλέα απόρριψη δογμάτων και ιδεολογικών αγκυλώσεων του παρελθόντος, είναι απαραίτητη προϋπόθεση πολιτικής επιβίωσης και εκλογικής επιτυχίας. Οι αντίθετες πορείες των σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στη Γαλλία και την Μεγάλη Βρετανία τα τελευταία χρόνια είναι ενδεικτικές.

Ο καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο πανεπιστήμιο του Warwick και συγγραφέας μίας αριστουργηματικής βιογραφίας του John Meynard Keynes, Robert Skidelski, σε παλαιότερο άρθρο του με αφορμή τη συμπλήρωση πέντε χρόνων διακυβέρνησης της Βρετανίας από τους Νέους Εργατικούς (Prospect, «Five Years Labour», no. 74, Μάιος 2002) επισημαίνει την καθοριστική σημασία του επαναπροσδιορισμού της έννοιας «αριστερά» στην εκλογική επιτυχία τους. Πρόκειται για μία εσωτερική συζήτηση που διεξάγεται ακόμη και σήμερα, ενδεικτική της σοβαρότητας με την οποία αντιμετωπίζουν οι Εργατικοί αυτά τα ζητήματα.

Σύμφωνα με τον γνωστό βρετανό διανοούμενο, οι Νέοι Εργατικοί (New Labour) υπήρξαν αποδέκτες της ιδεολογικής κληρονομιάς της Margaret Thatcher, όπως ακριβώς οι Νέοι Δημοκρατικοί (New Democrats) του Bill Clinton υπήρξαν επηρεασμένοι από τον Ronald Reagan. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για πολιτικά κόμματα που διαμόρφωσαν της ιδεολογική φυσιογνωμία και την πολιτική ατζέντα τους υπό την επίδραση επιτυχημένων νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων του παρελθόντος. Για τον Skidelski, «οι Νέοι Εργατικοί αντιμετώπισαν τον θατσερισμό πιο σοβαρά από τους θατσερικούς, ενισχύοντας την κοινωνική του διάσταση».

Είναι ενδιαφέρον ότι, ο Skidelski διακρίνει δύο κυρίαρχες τάσεις στους κόλπους των Νέων Εργατικών. Την τάση του κοινωνικού φιλελευθερισμού (social liberals) και της σοσιαλδημοκρατίας (social democrats).

Οι πρώτοι απορρίπτουν την αρχή του οικονομικού εξισωτισμού και επιχειρούν να αντικαταστήσουν τον στόχο της ανακατανομής του πλούτου με «στοχευμένες παρεμβάσεις» (targeted programmes) σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και ζητήματα (issues). Οι δεύτεροι επιχειρούν να προωθήσουν (διασώσουν;) τα αιτήματα της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας προσαρμοζόμενοι βέβαια στις συνθήκες και τους περιορισμούς του νέου περιβάλλοντος της παγκοσμιοποίησης και των ανοικτών αγορών.

Η αναμενόμενη διαδοχή του Tony Blair από τον Gordon Brown (δύο χαρακτηριστικών εκπροσώπων των δύο αυτών ρευμάτων) στην ηγεσία του κόμματος είναι βέβαιο πως θα μεταβάλλει (σε ποιο βαθμό;) την ιδεολογική ταυτότητα των Νέων Εργατικών.

Δυστυχώς το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου, παρά την αρχική υποσχόμενη δυναμική που συνόδευσε την ανάληψη της ηγεσίας του (ψηφοδέλτιο Επικρατείας, προτάσεις για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και τα ναρκωτικά, κ.λπ.), φαίνεται σήμερα να εξαντλείται στην οργανωτική ανασυγκρότηση, που αν και απαραίτητη και προς τη σωστή κατεύθυνση, αναδεικνύει ακόμη περισσότερο την απουσία ξεκάθαρου πολιτικού στίγματος. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που επιτρέπει στην παραδοσιακά αμήχανη και απαίδευτη σε ζητήματα ιδεολογικών αναζητήσεων Νέα Δημοκρατία, να διαμορφώνει την πολιτική ατζέντα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προωθούμενη από την κυβέρνηση αναθεώρηση του Συντάγματος, μία κατ’ ουσία πρόχειρη, κοντόθωρη και συντηρητική πρόταση, που όμως εμφανίζεται στην κοινή γνώμη ως αναγκαία και γνήσια μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία.

Είναι, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη το ΠΑΣΟΚ να προσδώσει στην εικόνα του μία αίσθηση κατεύθυνσης και να αποκτήσει ένα «brand name», παρόμοιο με τον σημιτικό «εκσυγχρονισμό» και τον βρετανικό «Τρίτο Δρόμο». Κατά παρόμοιο τρόπο με τον νέο αρχηγό των βρετανών Συντηρητικών, David Cameron, που με σταθερά βήματα ανατρέπει την παθητική και αναχρονιστική φυσιογνωμία του κόμματος του («Camerons way», The Economist, 21.1.2006, σελ. 38). Το ΠΑΣΟΚ, μάλιστα, έχει σημαντικά ευκολότερο έργο από τους βρετανούς Συντηρητικούς, καθώς απέναντι του δεν έχει το πλούσιο ιδεολογικό οπλοστάσιο των Εργατικών, αλλά κάποιους απίθανους δημοσκόπους του Μαξίμου και τις θεωρητικά μετέωρες κατασκευές του ανύπαρκτου μεσαίου χώρου.

Σήμερα το ΠΑΣΟΚ καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε έναν δυναμικό κοινωνικό φιλελευθερισμό, προσαρμοσμένο στις ανάγκες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, και σε μία παρωχημένη σοσιαλδημοκρατία δέσμιας του κορπορατιστικού παρελθόντος της. Τούτη η επιλογή είναι κρίσιμη τόσο για την πολιτική κυριαρχία του κόμματος όσο και για τη δυνατότητα της χώρας να ξεφύγει από τον μίζερο κύκλο της εσωστρέφειας, της στασιμότητας και των χαμηλών προσδοκιών.

* Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Προοδευτικής Πολιτικής (www.ppol.gr).