Παρασκευή, Μαρτίου 28, 2008

στα χνάρια του Τοκβίλ


Bernard-Henri Lévy, American Vertigo, Κέδρος, 2007, 354 σελ.

Ο γάλλος πολιτικός στοχαστής Bernard-Henri Lévy, όπως άλλωστε όλοι οι σημαντικοί διανοητές, αρέσκεται να προκαλεί διαφοροποιούμενος από την επικρατούσα άποψη, ήτοι αυτό που οι αγγλοσάξονες αποκαλούν «conventional wisdom». Τα πρώτα δείγματα γραφής του τα έδωσε με τη συμμετοχή του στο ρεύμα των γάλλων νέων φιλοσόφων (nouveaux philosophes) που τη δεκαετία του ’70 άσκησε δριμεία κριτική στη κυριαρχία του μετα-στρουκτουραλισμού (post-structuralism) και την επιρροή του Sartre και του Χάιντεγκερ στη γαλλική Αριστερά. Στοχαστές όπως ο Andre Glucksmann, ο Alain Finkielkraut, ο Pascal Bruckner, ο Alain Minc και βέβαια ο Bernard-Henri Lévy, στις μέρες μας εκφράζουν τις αντιλήψεις μίας φιλελεύθερης Αριστεράς που παίρνει σαφείς αποστάσεις από το δογματισμό και τις απαρχαιωμένες αγκυλώσεις της μαρξιστικής ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Σε αυτό το, τριακοστό στα τελευταία τριάντα χρόνια, βιβλίο του, ο BHL (όπως συχνά αποκαλείται) βάζει στο στόχαστρο τις εδραιωμένες αντιλήψεις για τις ΗΠΑ, επιχειρώντας να τις ανατρέψει, σε μια περίοδο μάλιστα που ο ευρωπαϊκός αντιαμερικανισμός- και ειδικά ο γαλλικός- γνωρίζει μεγάλο άνοδο.

Αποδεχόμενος τη πρόταση της αμερικανικής πολιτικής επιθεώρησης Atlantic Montly, ο BHL διένυσε κατά τη περίοδο 2004-2005 δεκαπέντε χιλιάδες μίλια αμερικανικού εδάφους, ακολουθώντας τα χνάρια του γάλλου πολιτειολόγου Alexis de Tocqueville, που πραγματοποιώντας ένα αντίστοιχο ταξίδι είδε στις ΗΠΑ το πρότυπο της δημοκρατικής πολιτείας. Καρπός του ταξιδιού του Tocqueville υπήρξε κατά τα έτη 1835-1840 το σπουδαίο έργο του Η Δημοκρατία στην Αμερική, στο οποίο εξυμνούνται κυρίως η ατομικότητα και η ευημερούσα κοινωνία των πολιτών (civil society), ως προϋποθέσεις της ανοικτής κοινωνίας και της δημοκρατικής πολιτείας.

Ο BHL ακολουθεί στις αναλύσεις του τη διεπιστημονική προσέγγιση χρησιμοποιώντας εργαλεία από τους κλάδους της ιστορίας, της κοινωνιολογίας, της πολιτικής επιστήμης και της πολιτικής φιλοσοφίας, κατά τρόπο μοναδικό. Έτσι, στις γραμμές του βιβλίου συναντούμε ακόμη και αναλύσεις για το φαινόμενο της παχυσαρκίας με αναφορές στην «ύβρη» των αρχαίων Ελλήνων και το έργο του Σοφοκλή.

Το βιβλίο όμως του BHL δεν απευθύνεται μόνο στους ευρωπαίους αναγνώστες του, αλλά πρώτιστα στους αναγνώστες της άλλης πλευράς του Ατλαντικού. Διόλου τυχαία άλλωστε κυκλοφόρησε πρώτα στις ΗΠΑ και έπειτα στον υπόλοιπο κόσμο. Ο BHL θέλησε έτσι να συμμετάσχει στη συζήτηση για την αυτό-εικόνα των αμερικανών, τους τρόπους δηλαδή με τους οποίους βλέπουν τον εαυτό τους. Ίσως άλλωστε σε καμία άλλη χώρα του κόσμου δεν διεξάγεται σήμερα μία τόσο έντονη συζήτηση αναφορικά με τη ταυτότητά της. Σε αυτό το πλαίσιο είναι χρήσιμη η ανάγνωση του βιβλίου του συντηρητικού διανοητή Samuel Huntington με το χαρακτηριστικό τίτλο Ποιοι Είμαστε; - η Αμερικανική Ταυτότητα στην Εποχή μας

Ωστόσο, ο BHL δεν υιοθετεί άκριτα το αμερικανικό μοντέλο. Τουναντίον, στέκεται επικριτικός απέναντι σε πολλές όψεις της αμερικανικής κοινωνίας και πολιτείας. Ο BHL νιώθει ευρωπαίος διατηρώντας την αναγκαία κριτική απόσταση από τις ΗΠΑ. Γνώστης του έργου του Tocqueville, ο συγγραφέας παρατηρεί τις αλλαγές που έχει επιφέρει το πέραμα εκατόν πενήντα χρόνων και διαπιστώνει πως η σημερινή Αμερική δεν αποτελεί το μοντέλο που αναζητούσε ο φιλελεύθερος στοχαστής, το θεματοφύλακα των ιδεών του Διαφωτισμού.

Επισημαίνει τη κυριαρχία του καταναλωτισμού, τη διάχυτη αίσθηση φόβου, τις «πολιτικές της ταυτότητας» (identity politics), τη πολιτική ορθότητα που καταλήγει σε κυριαρχία μειονοτικών ομάδων, το ρόλο της θρησκείας με τη μορφή του μεσσιανισμού στην εξωτερική πολιτική, τη ψηφοθηρική λειτουργία της δημοκρατίας. Οι παρεμβάσεις του συνιστούν πολύτιμα διδάγματα για την Ευρώπη, ειδικά για τον πολύ-πολιτισμό (multiculturalism) στις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες.

Ιδιαίτερα επικριτικός εμφανίζεται ο BHL απέναντι στους νέο-συντηρητικούς που συναντά (Samuel Huntington, Richard Perle, William Kristol και λιγότερο στον Francis Fukuyama) και την επίδραση που άσκησαν στην αμερικανική κοινωνία και εξωτερική πολιτική και τον «ίλιγγο» (vertigo) που ακολούθησε την 11/9.

Πέρα όμως από τις όποιες αδυναμίες του αμερικανικού μοντέλου, στις οποίες ο συγγραφέας δεν χαρίζεται, ο BHL δε διστάζει να χαρακτηρίσει τις ΗΠΑ «μια από εκείνες [τις χώρες] όπου, παρόλα αυτά, εξακολουθείς να αναπνέεις καλύτερα» (σελ. 292).

Και τελικά, ο BHL είναι μάλλον αισιόδοξος για το μέλλον των ΗΠΑ. Οι σημερινές ΗΠΑ δεν μοιάζουν, κατά το συγγραφέα, με τη νομοτελειακά παρακμάζουσα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Συνεχίζουν να διατηρούν σημαντικό ηθικό βάρος, πολιτικό όραμα (το διακρίνει, μεταξύ άλλων, στον Μπάρακ Ομπάμα), εντυπωσιακό πολιτικό ακτιβισμό ομάδων και ατόμων. Απομένει σε μας να δούμε αν το μέλλον δικαιώσει τις εκτιμήσεις του, ανάμεσα τους και τη πρόβλεψη του για την επικράτηση της Χίλαρι Κλίντον στις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές.

Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε πως η γλώσσα του βιβλίου είναι γοητευτική, ο BHL, πέρα από σημαντικός στοχαστής είναι και ένας πρώτης τάξεως αφηγητής και ο αναγνώστης συχνά έχει την εντύπωση πως περιδιαβαίνει τους αμερικανικούς δρόμους μαζί με το συγγραφέα.

Συμπερασματικά, το American Vertigo συνιστά μια απολαυστική αναγνωστική εμπειρία που αφήνει τελικά τον αναγνώστη, αν μη τι άλλο, πλουσιότερο σε ιδέες και προβληματισμένο για τους τρόπους που διαμορφώνονται και παγιώνονται οι αντιλήψεις του. Κάτι που μέσα στο πληθωρισμό των νέων εκδόσεων των τελευταίων ετών λίγοι μόνο τίτλοι κατορθώνουν να πετύχουν.

Ειδικά ο έλληνας αναγνώστης θα διαπιστώσει την απόσταση που χωρίζει την οπτική ευρωπαίων διανοητών (όπως ο BHL) για τη «μοναδική υπερδύναμη» από τη δική του, που συχνά διαμορφώνεται υπό το πρίσμα του παραμορφωτικού καθρέφτη των εγχώριων ΜΜΕ και της πολιτικής συζήτησης στο τόπο μας που βρίθει μανιχαϊστικών και αφοριστικών απλουστεύσεων.

* Δημοσιεύεται στο 8ο τεύχος του περιοδικού Presscode.


Δευτέρα, Μαρτίου 24, 2008

Προσεγγίζοντας τη φιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία

Η παράλληλη κρίση των μοντέλων της σοσιαλδημοκρατίας και του φιλελευθερισμού στη μεταβιομηχανική εποχή οδηγεί στην αναζήτηση θεωρητικά λειτουργικών τρόπων υπέρβασής της. Η προσέγγιση της «φιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας» δεν συνίσταται στη πραγματιστική σύγκλιση στο μέσο των δύο ρευμάτων, αλλά αντίθετα εδράζεται στη διαλεκτική σύνθεση ανάμεσα στον δημοκρατικό σοσιαλισμό και τον κλασσικό φιλελευθερισμό, η οποία προϋποθέτει την επαναβεβαίωση των αφετηριακών παραδοχών και των ηθικών-αξιακών πλαισίων τους.

1. Tο Τέλος της Σοσιαλδημοκρατίας

«“Σοσιαλδημοκρατία” είναι μια λέξη που σήμερα σημαίνει πολύ λίγα πράγματα.»Ralf Dahrendorf

Ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας, την τελευταία τριακονταετία, έχει περιέλθει σε κατάσταση (ανεπανόρθωτης;) κρίσης, απόρροια σε μεγάλο βαθμό της απαξίωσης που υπέστησαν οι βασικές παραδοχές του. Ο γερμανός κοινωνιολόγος
Ralf Dahrendorf αναφέρεται χαρακτηριστικά στο τέλος όσων παραδοσιακά σημασιοδοτούσαν την σοσιαλδημοκρατία, “τον κεντρικό ρόλο του κράτους στον προγραμματισμό της οικονομικής πολιτικής” και μιαν ευρεία δέσμευση στο πεδίο του κράτους πρόνοιας, της δημόσιας υποστήριξης του πληθυσμού, της λεγόμενης “κοινωνικής δικαιοσύνης”. Και οι δύο αυτές έννοιες ωστόσο έχουν μπει στο αρχείο της Ιστορίας από τις αλλαγές των δύο τελευταίων δεκαετιών».1
Δεν πρόκειται για μια ιστορικά συγκυριακή κρίση δυσμενών συσχετισμών πολιτικών δυνάμεων, αλλά αντίθετα πρόκειται για κρίση του σοσιαλδημοκρατικού «υποδείγματος», με την έννοια που δίνει στο υπόδειγμα ο Thomas Kuhn, ως δηλαδή συνεκτικό σύνολο παραδοχών από το οποίο πηγάζουν οι επί μέρους προσλαμβάνουσες. Ο Martin Jacques, εκδότης της έγκυρης μαρξιστικής επιθεώρησης «Marxism Today», δεν διστάζει να υποστηρίξει ότι, «η Αριστερά, ως ιστορικό φαινόμενο, είναι νεκρή- και δεν θα ξαναγεννηθεί».2
Τα αίτια της κρίσης μπορούν κύρια να αναζητηθούν, στην εξάντληση των ορίων του κοινωνικού κράτους κατά τη δεκαετία του ’70 όταν κατέστη σαφές πως οι διαχειριστικές κορπορατιστικές λογικές του τότε κυρίαρχου κεϋνσιανού μοντέλου υπερέβησαν τις δυνατότητές τους,. Η κρίση του σοσιαλδημοκρατικού οικονομικού μοντέλου ήταν, λοιπόν, πρώτιστα κρίση του μεγάλου κράτους.
2. Η Κρίση του Φιλελευθερισμού

«Eίναι παράξενο πως από τα μεγάλα πολιτικά ρεύματα, μόνο ο φιλελευθερισμός στερείται ιδεολογίας»
Anthony deJesay.

Αντίστοιχη κρίση, διαφορετικής όμως μορφής και αιτίων, παρόμοιου όμως εύρους και έντασης, φαίνεται να βιώνει και ο φιλελεύθερος χώρος. Ο νεοφιλελευθερισμός, η πλέον αντιπροσωπευτική έκφρασή του φιλελευθερισμού του 20ου αιώνα, έχει πλέον εξαντλήσει την δυναμική της δεκαετίας του ’80, τουλάχιστον στα αναπτυγμένα κράτη του Δυτικού κόσμου, και την εμβέλεια των κύριων επιλογών του στον οικονομικό τομέα, που συνιστούσαν ο περιορισμός του δημόσιου τομέα (roll back the state) μέσα από ευρεία προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων, η «απορύθμιση των αγορών» (deregulation) και η πειθάρχηση της δημοσιονομικής πολιτικής.
Ταυτόχρονα, ο «ρεπουμπλικανικός» φιλελευθερισμός, υφίσταται τις συνέπειες της εξάντλησήw του καθώς εφάρμοσε εν πολλοίς το «πρόγραμμα» του, αυτό του πολιτικού φιλελευθερισμού, μέσα από την κατοχύρωση των βασικών πολιτικών ελευθεριών (ελευθερία λόγου, εκλογικά δικαιώματα, κ.λπ.) συμβάλλοντας στην εγκαθίδρυση του σύγχρονου κράτους δικαίου.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, οι διαφορετικές εκφάνσεις του φιλελευθερισμού στερούνται σε μεγάλο βαθμό «οράματος» για τις επιθυμητές μορφές κοινωνικής συμβίωσης. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρούσε ο συντηρητικός συγγραφέας T.S. Elliot, ο φιλελευθερισμός περισσότερο απομακρύνεται παρά πηγαίνει κάπου. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο και ο φιλελευθερισμός αποκτά θετικό περιεχόμενο με το έργο του αυστριακού πολιτικού φιλοσόφου Friedrich Hayek.
Τέλος, δε πρέπει να παραγνωρίσουμε την ορθή επισήμανση του αμερικανού οικονομολόγου και κάτοχος Nobel Οικονομικών (1986) James Buchanan, ο οποίος υποστηρίζει ότι η υπέρμετρη προβολή του επιχειρήματος της αποτελεσματικότητας (efficiency) από τους φιλελεύθερους, ο κοινωνικός ωφελιμισμός, οδηγεί στην παραγνώριση των αξιακών προϋποθέσεων του κλασσικού φιλελευθερισμού.3
Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό πως, η ταυτόχρονη κρίση στην οποία έχουν εισέλθει τα δύο κύρια πολιτικά ρεύματα και η απουσία διαφαινόμενης εξόδου από αυτήν, επιβάλλουν την ανα-σημασιοδότησή τους, με στόχο την ανάδειξη νέων λειτουργικών κοινωνικών μοντέλων. Άλλωστε, οι συνθέσεις αποτελούν συνηθισμένο φαινόμενο στην ιστορία των κοινωνικών επιστημών.



3. Πολιτικές Καταβολές και Ιστορικές Διαδρομές

Φιλελεύθεροι και σοσιαλιστές εμφανίζουν κοινές πολιτικές καταβολές και παράλληλες ιστορικές διαδρομές, αμφότεροι προσανατολισμένοι στη χειραφέτηση του ατόμου και στην άρση των θεσμοθετημένων διακρίσεων. Με την επιλογή του δογματικού κολεκτιβισμού και του κεντρικού σχεδιασμού, που επικράτησε στο εσωτερικό της Αριστεράς με την κυριαρχία του μαρξισμού από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι δύο αυτές οικογένειες όχι μόνο απομακρύνθηκαν, αλλά και τέθηκαν αντιμέτωπες, με τρόπο που καθιστούσε αδύνατη την συνύπαρξή τους.
Ωστόσο, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι, υπήρξε στο παρελθόν ένα ρεύμα στους κόλπους του σοσιαλιστικού κινήματος με ισχυρή παρουσία, που εξέφραζε δυσπιστία, απέναντι στις κεντρικά κατευθυνόμενες πολιτικές. Πρόκειται για ένα ρεύμα που εκφράστηκε κύρια με τον πρώιμο βρετανικό σοσιαλισμό, από τον Robert Owen έως τον Bertrand Russell και τον L.T. Hobhouse. Μία παράδοση, όχι απλά μη μαρξιστική αλλά, συνειδητά αντι-μαρξιστική. Στη Γαλλία συναντούμε αντίστοιχα σοσιαλιστικά ρεύματα επηρεασμένα από την σκέψη του Pierre-Joseph Proudhon, του «μασκαρεμένου φιλελεύθερου» για τους επικριτές του.
Στη πλούσια παράδοση του φιλελεύθερου σοσιαλισμού ή σοσιαλφιλελευθερισμού πρέπει ακόμη να συμπεριλάβουμε την εμβληματική φυσιογνωμία του ιταλικού αντιφασιστικού κινήματος Carlo Rosselli και το έργο του Φιλελεύθερος Σοσιαλισμός, τον επίσης ιταλό ριζοσπάστη Piero Gobetti (1901-1926) με το έργο του Φιλελεύθερη Επανάσταση, τον σπουδαίο ρεβιζιονιστή Edward Bernstein, τον πολέμιο των μονοπωλίων Franz Oppenheimer και τον Friedrich Naumann, για να περιοριστούμε σε ορισμένους μόνο από αυτούς.
Ο πρώην υπουργός κυβέρνησης Blair και θιασώτης του Τρίτου Δρόμου Peter Hain, κάνει λόγο για φιλελεύθερο σοσιαλισμό (libertarian socialism), υπενθυμίζει τη πλούσια ατομοκεντρική και αντικρατικιστική παράδοση του βρετανικού σοσιαλισμού και επισημαίνει την απαξίωση του σοσιαλισμού εξαιτίας της ταύτισης του με τον κρατισμό4.
Στο πλαίσιο της φιλελεύθερης παράδοσης, υπενθυμίζουμε την κοινωνική και ηθική του κλασσικού φιλελευθερισμού. Άλλωστε τα κύρια ρεύματα της ατομικιστικής σκέψης αποδέχονται την «κοινωνική φύση του ατόμου» (L. Dummont). Δεν έχει κάποιος παρά να θυμηθεί αναφέροντας ενδεικτικά, την «ακοινώνητη κοινωνικότητα» του Immanuel Kant, την ηθική θεωρία του Adam Smith, τον ωφελιμισμό του John Stuart Mill και την αυθόρμητη τάξη του Hayek.




4. Πέρα από το κοινωνικό κράτος

«Δεν υπάρχει ανακολουθία ανάμεσα στο σύστημα ελεύθερης αγοράς και στην επιδίωξη ευρύτερων κοινωνικών σκοπών»
Milton Friedman

Η κοινωνική προστασία και το κοινωνικό κράτος δεν αποτελούν απαραίτητα συμπληρωματικούς όρους. Τουναντίον, συχνά είναι αντιθετικοί. Τούτο διότι το κοινωνικό κράτος δημιούργησε, συντήρησε και ανέπτυξε μία κουλτούρα εξάρτησης που υπονόμευσε μία σειρά προσπαθειών οικονομικού εκσυγχρονισμού, συνετέλεσε στην υπανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και συνέβαλε στη δημιουργία ευνοημένων κοινωνικών ομάδων που λειτουργούν ως οργανωμένες ομάδες πίεσης-συμφερόντων και οδηγούν στην περιθωριοποίηση τμημάτων του πληθυσμού («κοινωνίες των δύο τρίτων»). Παράλληλα, δεν επέτρεψε την ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου και της κοινωνίας των πολιτών, που πλέον αναγνωρίζονται ευρέως ως καθοριστικοί παράγοντες οικονομικής ανάπτυξης (
Putnam, Fukuyama).
Έτσι, μία λειτουργική σύγκλιση/σύνθεση ανάμεσα στον φιλελευθερισμό και την σοσιαλδημοκρατία οφείλει, εκ των πραγμάτων να οικοδομηθεί στους παρακάτω τέσσερις βασικούς άξονες:
• Τον τερματισμό της εξιδανίκευσης του κράτους, της «παχιάς ιερής αγελάδας». Η κρατολατρεία αποτελεί τη νομιμοποιητική βάση της Συντήρησης, δικαιώνει τις διαχειριστικές λογικές και τις καθεστωτικές πρακτικές, στηρίζοντας τελικά το status quo και αναπαράγοντας την οικονομική αναποτελεσματικότητα και τη διαπλοκή κρατικού μηχανισμού και ιδιωτικών συμφερόντων («παρεοκρατικός καπιταλισμός»). Στραγγαλίζει την κοινωνία των πολιτών και αποθαρρύνει την ενεργό συμμετοχή στο πολιτικό γίγνεσθαι.
• Την εμπιστοσύνη στις δημιουργικές δυνάμεις της αγοράς και τις κοινωνικά επωφελείς συνέπειες της ατομικής πρωτοβουλίας. Την ενθάρρυνση της αποκέντρωσης (decentralization) ως οργανωτική μορφή της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής δράσης. Την προώθηση του εθελοντισμού και των θεσμών της ανοικτής κοινωνίας, με τελικό στόχο τη συμφιλίωση της ανάπτυξης με την αλληλεγγύη.
• Την ενίσχυση του Ατόμου και της Ελεύθερης Επιλογής, τόσο θετικά με την αύξηση των διαθέσιμων επιλογών των πολιτών στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή του τόπου, όσο και αρνητικά με την προστασία του απέναντι στις απειλές της μισαλλοδοξίας, του στενόμυαλου κοινοτισμού και της ισοπεδωτικής ομοιομορφίας που επιβάλουν οι πλειοψηφίες.
• Τη προώθηση της κεντρικής σε όλα τα συστήματα ηθικής (πολιτικά και θρησκευτικά) αξία της κοινωνικής αλληλεγγύης.
Σύμφωνα με την Canto-Sperber, τούτο θα επιτευχθεί με την προσφυγή σε ένα «σοσιαλισμό των ελευθεριών» που τοποθετείται «ενάντια σε όλες τις μορφές του αυταρχισμού, του σχεδιοποιημένου κα κρατικοποιημένου σοσιαλισμού». Η διαμόρφωση της νέας σοσιαλδημοκρατίας προϋποθέτει την επανασύνδεσή της με βασικές αρχές της φιλελεύθερης σκέψης όπως, την αυτονομία του προσώπου και τον πλουραλισμό, την επιλογή και την ατομική υπευθυνότητα, την διανοητική μετριοπάθεια και τον αντι-ουτοπισμό, τον θεμελιώδη ρόλο των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, τις αγορές ως αποκεντρωμένες μορφές κοινωνικής οργάνωσης.5

5. Προς μία Λειτουργική Σύνθεση Φιλελευθερισμού και Σοσιαλδημοκρατίας

«Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία μόνο φιλελεύθερη μπορεί να είναι.»Monique Canto-Sperber

Μία λειτουργική σύνθεση των δύο ρευμάτων περνάει ουσιαστικά μέσα από την επαναβεβαίωση της προτεραιότητας της Ελευθερίας ως τελικού σκοπού, πέρα από την κυριαρχία του στείρου οικονομισμού, απότοκου του φιλοσοφικού ωφελισμού. Την προτεραιότητα της ελευθερίας ως ηθική επιταγή της πολιτικής οικονομίας επαναφέρει το έργο του ριζοσπάστη οικονομολόγου
Amartya Sen, ο οποίος τιμήθηκε με το Nobel Οικονομικών (1998) για το έργο του στα οικονομικά της ανάπτυξης και της ευημερίας (welfare economics). Στο έργο του Η Ανάπτυξη ως Ελευθερία6, προχωρά πέρα από το κλασσικό επιχείρημα της αποτελεσματικότητας της ελεύθερης οικονομίας ως παράγοντα οικονομικής ευημερίας (effectiveness reason), στην αξιολόγησή της με βάση τη μεγιστοποίηση της ανθρώπινης ελευθερίας (evaluative reason). Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι, «η αξιολόγηση της προόδου πρέπει πρωταρχικά να γίνεται με κριτήριο το κατά πόσο ενδυναμώνονται οι ελευθερίες των ανθρώπων».
Ο Sen, επαναφέρει την «ηθική διάσταση» στην οικονομική επιστήμη. Είναι χαρακτηριστικό πως, ο ίδιος ο Sen δεν διστάζει να αναγνωρίσει τη συμβολή του φιλελεύθερου στοχαστή Friedrich von Hayek, στην οικονομική επιστήμη. Σε άρθρο του για το έργο του Hayek Ο Δρόμος προς τη Δουλεία7 σημειώνει πως, «το χρέος μας στον Hayek είναι ουσιαστικό. Βοήθησε να καθιερώσουμε μία μέθοδο αξιολόγησης βασισμένη στην ελευθερία, με την οποία κρίνονται τα οικονομικά συστήματα».8
Στο πολιτικό επίπεδο, ο κορυφαίος πολιτικός φιλόσοφος John Rawls και η θεωρία του για την «αναδιανεμητική δικαιοσύνη» (distributive justice) προσφέρει την ηθική βάση νομιμοποίησης της παραπάνω σύνθεσης, όπως αναπτύσσεται στο γνωστό έργο του Θεωρία της Δικαιοσύνης.9 Για τον Rawls, η κατοχύρωση και διεύρυνση των ατομικών ελευθεριών πρέπει να συνοδεύεται από την παράλληλη παρέμβαση υπέρ των λιγότερο ευνοουμένων και όχι κατ’ ανάγκη των ασθενέστερων ή των φτωχότερων. Πρόκειται δηλαδή για απομάκρυνση τόσο από τον οικονομικό ωφελιμισμό των συντηρητικών αλλά και νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων, όσο και τον εξισωτισμό (egalitarianism) της παραδοσιακής σοσιαλιστικής θεωρίας.
Ένα ενδεικτικό παράδειγμα των ορίων του κοινωνικού ωφελιμισμού, της αποτυχίας του κοινωνικού κράτους, καθώς και ένα εν δυνάμει πεδίο δράσης του προγράμματος μίας φιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας, θα μπορούσε να αποτελέσει το φαινόμενο της επονομαζόμενης «νέας ένδειας», δηλαδή εκείνων των στρωμάτων που στερούνται όχι μόνο οικονομικά αλλά και συμβολικά αγαθά, κάτι που τα καθιστά εκτός «συστήματος».11 βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας και συνεπώς εκτός κράτους πρόνοιας, καθώς οι προτεραιότητες του οποίου καθορίζονται σε γενικές γραμμές από την ένταση/ συνεννόηση κεφαλαίου-εργασίας και ως εκ τούτου στερούνται οργανωμένης εκπροσώπησης και υποστήριξης από το συνδικαλιστικό κίνημα. Πρόκειται για άτομα που συνθέτουν τις «μη-λίστες» της συγκεκαλυμμένης φτώχειας καθώς δεν καταγράφονται στις επίσημες στατιστικές.
Στις μέρες μας, η ευημερία του κοινωνικού συνόλου μοιάζει συχνά να οικοδομείται πάνω στα θεμέλια της περιθωριοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, μέσα από την δημιουργία των λεγόμενων «κοινωνιών των 2/3». Από την απομόνωση των ανέργων υπό το καθεστώς των ασφυκτικών ρυθμίσεων των αγορών εργασίας και των αποκλεισμό των αλλοδαπών από τους αυστηρούς μεταναστευτικούς νόμους, έως την καταδίκη στη μιζέρια του αγροτικού πληθυσμού του Τρίτου Κόσμου μέσα από τον περιορισμό του διεθνούς εμπορίου και την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), συναντούμε ένα συνεχώς διευρυνόμενο υπο-προλεταριάτο ανθρώπων που στερούνται στοιχειώδη ατομικά δικαιώματα και οικονομικές ελευθερίες, δημιουργώντας μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της κοινωνικής συνοχής.12
Η παγίωση-θεσμοθέτηση και η αναπαραγωγή σχέσεων ανισότητας, μέσα από διοικητικές ρυθμίσεις, σε βάρος των λιγότερο ευνοημένων συνιστά ανεπίτρεπτη παραβίαση ατομικών δικαιωμάτων και μέγιστη κοινωνική αδικία. Η ενσωμάτωσή τους αποτελεί το μεγάλο στοίχημα για την οικονομική ευημερία, την αρμονική συνύπαρξη και την διεθνή ασφάλεια τον 21ο αιώνα.

7. Αντί Επιλόγου

Ο Sen μας υπενθυμίζει εύστοχα πως, κανείς μέχρι σήμερα δεν κατάφερε να συνδυάσει επιτυχώς έστω δύο εκ των προτεραιοτήτων της οικονομικής αποτελεσματικότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και των ατομικών ελευθεριών. Τούτο αποτελεί ίσως την μεγαλύτερη πρόκληση της κοινωνικής και πολιτικής θεωρίας τον 21ο αιώνα.
Η μετάβαση από το κοινωνικό κράτος στη κοινωνία της πρόνοιας, τις βασικές κατευθύνσεις θα επιτρέψει- για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του γάλλου φιλελεύθερου διανοητή Guy Sorman- τη συμφιλίωση της ανάπτυξης με την αλληλεγγύη, δημιουργώντας κοινωνίες ευημερίας που διασφαλίζουν (και) την οικονομική αξιοπρέπεια των μελών τους.
Συνθέσεις όπως η παραπάνω ίσως να συμβάλουν σε αυτό που ο Wilhelm Röpke, εκ των θεωρητικών του μεταπολεμικού της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, αναφέρει ως την συνεννόηση ανάμεσα σε φιλελεύθερους και σε φιλελεύθερους σοσιαλιστές. Και ίσως κατορθώσουν να προσφέρουν μία ρεαλιστική ουτοπία (Giddens), όχι στη βάση απρόσωπων σχεδίων κοινωνικής μηχανικής, αλλά με επίκεντρο την Civitas Humana (Röpke).

* Το κείμενο βασίζεται σε ερευνητική εργασία που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Ενοποίησης & Πολιτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών
http://eeep.pspa.uoa.gr . Περιλαμβάνεται στο ειδικό αφιέρωμα της διαδικτυακής επιθεώρησης Re-public «Σοσιαλδημοκρατία & Φιλελευθερισμός: ένας αποτυχημένος γάμος;».
—————
Σημειώσεις:
Ραλφ Ντάρεντορφ, «Ο σοσιαλισμός πέθανε επειδή πέτυχε», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 27/5/2005, σελ.30-31.
Martin Jacques, “
The Only Show in Town”, The Guardian, 20/11/2004.
James Buchanan, «
The Soul of Classical Liberalism», Independent Review, Vol. V, No. 1, σελ. 6.
Peter Hain, «
Rediscovering our libertarian roots», www.chartist.org.uk.
Monique Canto-Sperber,
Σοσιαλισμός & Φιλελευθερισμός- Οι Κανόνες της Ελευθερίας, Αθήνα, Πόλις, 2004.
Amartya Sen,
Η Ανάπτυξη ως Ελευθερία, Αθήνα, Καστανιώτης, 2006 [2000].
Friedrich August Hayek,
The Road to Serfdom, Routledge, 2001 [1944].
Amartya Sen, «
An Insight into the purpose of prosperity», Financial Times, 20/9/2004.
John Rawls,
Θεωρία της Δικαιοσύνης, Αθήνα, Πόλις, 2001 [1971].
Για μια διεξοδική πραγμάτευση του ζητήματος της «νέας ένδειας» Δες: Βασιλική Γεωργιάδου, «Τα Όρια του Συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλειας και η “Νέα Αρωγή”- το ζήτημα της ένδειας στη φιλελεύθερη θεωρία», στο:
Συντηρητισμός, Φιλελευθερισμός, Σοσιαλισμός, Αθήνα, Εστία, 1992, σελ. 77-91.
Τάκης Μίχας- Δημήτρης Σκάλκος,
Φιλελεύθερη Σοσιαλδημοκρατία, Ελάτη, Αθήνα, 2005.