Παρασκευή, Φεβρουαρίου 29, 2008

η ανατομία του δυτικού αντιδυτικισμού





Ian Buruma Avishai Margalit, Δυτικισμός- Η Δύση στα Μάτια των Άλλων, Αθήνα, εκδόσεις, Κριτική, 2007, 153 σελ.

Πασκάλ Μπρυκνέρ, Η Τυραννία της Μεταμέλειας- Δοκίμιο πάνω στον Δυτικό Πολιτισμό, Αθήνα, εκδόσεις Αστάρτη, 2007, 283 σελ.


Πριν από δύο περίπου χρόνια, όλοι όσοι τους βοηθά η μνήμη τους θα θυμούνται τις αντιδράσεις που συνόδευσαν τη δημοσίευση δώδεκα σκίτσων του Μωάμεθ στη δανική εφημερίδα Jyllands-Posten. Οι αντιδράσεις μέρους του αραβικού κόσμου που ακολούθησαν τη δημοσίευση των δανικών σκίτσων που απεικόνιζαν ένα θρησκευτικό σύμβολο είναι κατανοητές. Αυτό που είναι όμως πραγματικά απογοητευτικό και προκαλεί θλίψη και κατάπληξη είναι η στάση μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού και της διανόησης στη δυτική Ευρώπη, όπου πολιτικοί όπως ο Ζακ Σιράκ και ο Τζακ Στρο χαρακτήρισαν τα σκίτσα ως «πρόκληση» και ζήτησαν «περισσότερη υπευθυνότητα». Η στάση τους δεν εξηγείται επαρκώς από την ανάγκη διατήρησης των ισορροπιών με τις πολυπληθείς κοινότητες των μουσουλμάνων μεταναστών στις χώρες τους, ούτε με την ακολουθούμενη εξωτερική τους πολιτική.

Γιατί πρέπει να επισημανθεί πως, η προάσπιση του δικαιώματος στην έκφραση, χωρίς περιορισμούς, «υπευθυνότητες» και υποσημειώσεις, δεν αποτελεί μία περιττή πολυτέλεια της φιλελεύθερης δύσης, αλλά αντίθετα την καταστατική αρχή των φιλελεύθερων ευρωπαϊκών κοινωνιών, το «raison d' être», τον λόγο ύπαρξης, της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Τούτο διότι, από την εποχή της Αντιγόνης και του Κρέοντα είναι αντιληπτό ότι η αλήθεια είναι μερική, οι αξίες συχνά αντικρουόμενες και οι επιλογές δύσκολες και επώδυνες. Η ανοχή στις προσπάθειες λογοκρισίας αποτελεί στρέβλωση του νοήματος του διαφωτισμού και προσβολή της ατομικότητας των δημιουργών.

Πού οφείλεται λοιπόν αυτή η πρωτοφανής άνοδος του δυτικού αντι-δυτικισμού;

Ο δημοφιλής στους έλληνες αναγνώστες γάλλος συγγραφέας Πασκάλ Μπρυκνέρ στο βιβλίο του με το χαρακτηριστικό τίτλο Η Τυραννία της Μεταμέλειας- Δοκίμιο πάνω στον Δυτικό Πολιτισμό, επιχειρεί να απαντήσει στο παραπάνω ερώτημα προτείνοντας μία ψυχαναλυτική εξήγηση- την ανάγκη έκφρασης έμπρακτης μεταμέλειας για τη βαρβαρότητα που επέδειξε στους προηγούμενους αιώνες (αποικιοκρατία, κομμουνιστικός και εθνικοσοσιαλιστικός ολοκληρωτισμός). Ωστόσο, ο Μπρυκνέρ δεν καταδικάζει τη μεταμέλεια, αλλά τη μεταμέλεια που περιορίζεται αποκλειστικά στις δυτικές κοινωνίες οδηγώντας σε πολιτισμικές στρεβλώσεις και πολιτικές καταστροφές, ενισχύοντας τους διακηρυγμένους εχθρούς των ανοικτών κοινωνιών. Τουναντίον θεωρεί πως αν η μεταμέλεια εφαρμοστεί στο σύνολο των ανθρωπίνων κοινωνιών δύναται να συνεισφέρει στην ειρηνική συνύπαρξή τους. Γράφει χαρακτηριστικά στις καταληκτικές προτάσεις του βιβλίου του: «Ας μεταγγίσουμε σε άλλους ένα δηλητήριο που μας κατέτρωγε για καιρό: της ντροπής. Αν η Τεχεράνη, η Ριάντ, το Καράτσι, η Μόσχα, το Πεκίνο, η Αβάνα, το Καράκας, το Αλγέρι, η Δαμασκός, η Ρανκούν, η Χαράρε, το Χαρτούμ, για να μην αναφέρουμε παρά μόνο αυτά, ένιωθαν λίγες τύψεις, αυτό θα συνιστούσε το μεγαλύτερο καλό για αυτές τις κυβερνήσεις και προπάντων για τα έθνη τους. Το πιο ωραίο δώρο που μπορεί να κάνει στον κόσμο η Ευρώπη, είναι να του προσφέρει το διερευνητικό πνεύμα που συνέλαβε εκείνη και που τη διέσωσε από τόσους κινδύνους. Είναι ένα δώρο δηλητηριασμένο, αλλά απαραίτητο για την επιβίωση της ανθρωπότητας».

Τις ρίζες αυτής της αντι-δυτικής στάσης μεγάλου μέρους των δυτικών κοινωνιών που με το γνωστό γλαφυρό και προβοκατόρικο τρόπο του περιγράφει ο Πασκάλ Μπρυκνέρ, επιχειρούν να προσεγγίσουν επιστημονικά οι γνωστοί διανοητές και πολυγραφότατοι συγγραφείς Ian Buruma και Αβισάϊ Μαργκαλίτ, καθηγητές φιλοσοφίας στα πανεπιστήμια του Μπαρντ και της Ιερουσαλήμ αντίστοιχα. Στο περιεκτικό τους δοκίμιο με τίτλο Δυτικισμός- Η Δύση στα Μάτια των Άλλων ανιχνεύουν τις αφετηρίες των, ετερόκλητων πλην όμως εντυπωσιακών στη κοινότητά τους, αντιδυτικών αντιλήψεων στη φιλοσοφική και πολιτιστική παράδοση στο εσωτερικό της Δύσης. Συγκεκριμένα, την αντίθεση απέναντι στα χαρακτηριστικά που συνιστούν την εικόνα της Δύσης για τους πολέμιους της και νοηματοδοτούν την έννοια του «δυτικισμού» (occidentalism).

Έτσι, οι δύο συγγραφείς επικεντρώνονται στη κυριαρχία της αστικής πόλης και του φαντασιακού της απέναντι στην ύπαιθρο, του ορθολογισμού απέναντι στη μεταφυσική σύλληψη της κοινωνίας, του εμπορίου και των αγορών απέναντι στο «ηρωικό πνεύμα», ο εκσυγχρονισμός και η καπιταλιστική-γραφειοκρατική οργάνωση των δυτικών κοινωνιών απέναντι στο πνεύμα του ρομαντισμού και του αντι-διαφωτισμού. Η τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης ολοφάνερα εμπεριέχει σε συμβολικό επίπεδο αρκετά από τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Σε αυτό το πλαίσιο γίνεται φανερό πως τα σημαντικότερα εμπόδια στην πορεία της ευρωπαϊκής ηπείρου τα επόμενα χρόνια δεν βρίσκονται στη γήρανση των ευρωπαϊκών κοινωνιών, τα δομικά προβλήματα των περισσότερων οικονομιών της, ή τη μετανάστευση και τη μετάβαση στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες, αλλά σε κάτι βαθύτερο: στην απώλεια του πνευματικού σφρίγους της και της αίσθησης μίας ιστορικής κατεύθυνσης. Η Ευρώπη σήμερα φαίνεται να έχει ξεχάσει στις σελίδες των ιστορικών βιβλίων τους αρχαίους τραγωδούς αλλά και τον Αριστοφάνη, τον Τζον Στιούαρτ Μιλ, τον Βολτέρο, τον Καρλ Μαρξ. Η καταναγκαστική λογοκρισία των ολοκληρωτικών καθεστώτων στην Ευρώπη του περασμένου αιώνα ήταν, δυστυχώς, προϊόν της φιλοσοφικής κληρονομιάς της -του ορθολογισμού και του ιστορικισμού, στην ακραία μορφή τους. Η σημερινή μεταμοντέρνα εθελοντική αυτολογοκρισία των δυτικών κοινωνιών είναι μάλλον αποτέλεσμα συνολικής άρνησης αυτής της κληρονομιάς. Η επαναβεβαίωση των συστατικών αξιών της καθίσταται, έτσι, άμεση προτεραιότητα για την επιβίωση της Ευρώπης, ό,τι και αν σημαίνει πια η λέξη αυτή.

Συμπερασματικά, τα παραπάνω δύο βιβλία αποτελούν σπουδαία δείγματα γόνιμης κριτικής σκέψης που εντάσσονται στο ρεύμα του λεγόμενου «φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού» (liberal cosmopolitanism), ρεύμα που ειδικά στη χώρα μας υπο-εκπροσωπείται, γεγονός που καθιστά την ανάγνωσή τους ποικιλοτρόπως χρήσιμη. Τέλος, οι αφηγηματικές ικανότητες των συγγραφέων, οι επεξηγηματικές σημειώσεις και οι προσεγμένες μεταφράσεις προσφέρουν στιγμές αναγνωστικής απόλαυσης σε όσους αναζητούν νησίδες ποιότητας στον ωκεανό της πλούσιας σε ποσότητα αν και όχι πάντοτε σε πλουραλισμό και ποιότητα τίτλων εγχώριας βιβλιοπαραγωγής.

* Δημοσιεύτηκε στο 7ο τεύχος του περιοδικού Presscode.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 11, 2008

ο πρόεδρος, ένα ροζ σκάνδαλο και η ηθική της ευθύνης

Αυτές τις ημέρες παρακολουθούμε τη παράλληλη εξέλιξη πολιτικών σκανδάλων -της υπόθεσης Ζαχόπουλου και της υπόθεσης «ζίμενς»- η σημασία των οποίων ορθά ξεπερνά κατά πολύ το σύνηθες σκανδαλοθηρικό ενδιαφέρον.

Στη πρώτη περίπτωση, γινόμαστε μάρτυρες της κατάργησης της -θεμελιώδους σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα- διάκρισης των εξουσιών, όπου τα όρια ανάμεσα στις εξουσίες γίνονται δυσδιάκριτα και όπου η «τέταρτη εξουσία» (ΜΜΕ) μοιάζει να επι-κυριαρχεί των άλλων.

Στη δεύτερη περίπτωση, αποκαλύπτεται μία κορυφαία υπόθεση διαπλοκής πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, μία υπόθεση πολιτικού χρήματος που φαίνεται να μη περιορίζεται σε μεμονωμένα πρόσωπα.

Παρά τις επιμέρους διαφορές τους, στη πραγματικότητα πρόκειται για παρόμοιες περιπτώσεις, τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Ουσιαστικά, γινόμαστε θεατές της πτήσης της ανηθικότητας του πολιτικού προσωπικού της χώρας μας σε δυσθεώρητα ύψη.

Λέγοντας ανηθικότητα δεν εννοούμε τον ευτελισμό της προσωπικής ηθικής, τη ροπή προς τον εύκολο πλουτισμό και τη ταχεία κοινωνική ανέλιξη με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Τα στοιχεία αυτά άλλωστε ποτέ δεν έλειψαν στην ιστορία της οργανωμένης κοινωνικής ζωής ανά τους αιώνες.

Αντίθετα, εννοούμε την απουσία της ηθικής της ευθύνης, δηλαδή της ανάληψης της ευθύνης που πρέπει πάντοτε να είναι προσωπική για να είναι αποτελεσματική.

Ο ηθικός πολιτικός δε μετατοπίζει το βάρος της ευθύνης σε άλλους -ακόμη κι αν πρόκειται για τους ποινικά υπεύθυνους. Η ηθική της ευθύνης δεν συνδέεται με τον ηθικισμό, την εύκολη δηλαδή καταγγελία πράξεων ή παραλείψεων, την αφοριστική προτροπή στη πολιτική ορθότητα, που ενισχύει το λαϊκισμό και επιτείνει τη σύγχυση.

Ο πολιτικός (οφείλει να) γνωρίζει τη σημασία του «φαίνεσθαι» στην δημόσια σφαίρα, την αναγκαιότητα να λειτουργεί δημόσια, κάτι που δε συμβαίνει στην ιδιωτική σφαίρα.

Ο πολιτικός δεν πρέπει να ενδιαφέρεται για τη σωτηρία της ψυχής αλλά για τη σωτηρία της πόλης. Αυτή είναι, από την εποχή του Μοντεσκιέ, η βασική διάκριση ανάμεσα σε ηθική και πολιτική αρετή.

Στη δημόσια σφαίρα αξιολογούνται και κρίνονται συμπεριφορές, η σημασία των οποίων ξεπερνά τη προσωπική ηθική και αφορά τις δεοντολογικές συνιστώσες της πολιτικής συμβίωσης πάνω στις οποίες οικοδομείται το κοινωνικό συμβόλαιο.

Με άλλα λόγια, η ανάληψη και απόδοση των πολιτικών ευθυνών είναι αυτή που απορροφά τους «κραδασμούς» του πολιτικού συστήματος, είναι αυτή που νομιμοποιεί το πολιτικό σύστημα διατηρώντας την αναγκαία εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτό.

Ωστόσο, και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις -όπως και σε πολλές άλλες προηγούμενες- φαίνεται πως το πολιτικό προσωπικό έχει συνειδητά πλέον επιλέξει να κωφεύσει.

Μία πρόταση απέναντι στο πρωτοφανή παχυδερμισμό των πολιτικών ίσως είναι η εφαρμογή της αμερικανικής πρακτικής της «καταγγελίας» (impeachment), δηλαδή του ακριβού καθορισμού των προϋποθέσεων έκπτωσης πολιτικών προσώπων από το αξίωμά τους στις περιπτώσεις εμπλοκής τους σε ανάλογες υποθέσεις, έτσι ώστε να διαχωρίζονται και να αναδεικνύονται οι πολιτικές και οι ποινικές ευθύνες.

Τούτο συνέβη το 1998, όπου ο αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον κατηγορήθηκε από τη γερουσία για παρεμπόδιση του έργου της δικαιοσύνης στο γνωστό σκάνδαλο Λεβίνσκι.

Συμπερασματικά, εάν υπάρχει σκάνδαλο στη υπόθεση Ζαχόπουλου αυτό δε βρίσκεται στις ερωτικές περιπέτειες του πρώην γενικού γραμματέα του υπουργείου πολιτισμού και τις ροζ αποχρώσεις του, αλλά αντίθετα στη προκλητική και προσβλητική απροθυμία των ηγητόρων της κυβέρνησης να προστατεύσουν το πολιτικό σύστημα από την ολοκληρωτική (και οριστική;) απαξίωσή του.

Φυσικά, παρόμοιες σκέψεις δε δείχνουν να απασχολούν τα μέλη της σημερινής κυβέρνησης, των οποίων η απολίτικη στάση, ο χυδαίος κυνισμός και οι μικροπολιτικοί συμφεροντολογικοί υπολογισμοί είναι πλέον παροιμιώδεις και δε σταματούν να εκπλήσσουν ακόμη και τους πλέον εθισμένους στην απερίγραπτη χυδαιότητα των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων.

* Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Προοδευτικής Πολιτικής (9.2.2008).