Τρίτη, Ιουνίου 21, 2005

From the Archives: Η συμμετοχική δημοκρατία και η αδύναμη κοινωνία των πολιτών

"Οι μέρες που οι αρχές σχεδίαζαν και διένειμαν τα πάντα πέρασαν"
Tony Blair (1998)



Αποτελεί ευρύτατα διαδομένη εκτίμηση πως η εικόνα έχει κυριαρχήσει πλήρως στην πολιτική επικοινωνία όπως αυτή διεξάγεται τις τελευταίες εβδομάδες. Και πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά σε μία κοινωνία από την οποία απουσιάζουν επιδεικτικά όλα εκείνα τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν τον αναπτυγμένο πολιτικό λόγο, όπως η κουλτούρα του διαλόγου, η πολιτική παιδεία και το επιχείρημα. Αντίθετα, κυριαρχούν η συνθηματολογία, οι άναρθρες κραυγές, η προσφυγή στο συναίσθημα και ο ανορθολογισμός. Έτσι, όσοι επιθυμούν να κολυμπήσουν αντίθετα στο ρεύμα της πολιτικής κενότητας και της καταθλιπτικής απάθειας, είναι υποχρεωμένοι να διυλίσουν στάσεις, να απομονώσουν συμπεριφορές, ακόμη και να αποδομήσουν (τι όρος και αυτός;) σκόρπιες λέξεις προκειμένου να εξάγουν ασφαλή συμπεράσματα για τις πραγματικές προθέσεις συμπολιτευόμενων και αντιπολιτευόμενων.

Εάν για τον πολιτικό λόγο της Νέας Δημοκρατίας τα πράγματα είναι σχετικά απλά, καθώς τα τελευταία επτά χρόνια, υπό την ηγεσία του Κώστα Καραμανλή, επιδόθηκε σε μία συνειδητή προσπάθεια από-ιδεολογικοποίησης και αποθέωσης ενός άνευ αντικειμένου πολιτικού πραγματισμού (οι καταστροφικές συνέπειες του οποίου στο πολιτικό μας σύστημα και ειδικότερα για τον φιλελεύθερο χώρο δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν), για τον Γιώργο Παπανδρέου στον οποίο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στράφηκε μάλλον πρόσφατα τα πράγματα χρίζουν περισσότερης προσοχής.

Το προβαλλόμενο, το τελευταίο διάστημα από τον ίδιο, ιδεολόγημα της «συμμετοχικής δημοκρατίας» παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς ερμηνεύεται λανθασμένα τόσο από τους συμπαθούντες το ΠΑΣΟΚ (που μάλλον ονειρεύονται δημοψηφίσματα και λαϊκές δημοκρατίες) όσο και από τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας (που εκλαμβάνεται ως ακόμη ένα δείγμα της ιδιαίτερης σχέσης του κυβερνώντος κόμματος με την ξύλινη γλώσσα). Οι τελευταίοι άλλωστε τείνουν να δημιουργήσουν σχολή πολιτικής παρερμηνείας καθώς αποτυγχάνουν συστηματικά να αναλύσουν ορθά τα πολιτικά δρώμενα, από την εκλογή Σημίτη, τον οποίο θεωρούσαν μεταβατικό πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ διάρκειας λίγων μηνών, έως πρόσφατα με την εκτίμηση πως το ΠΑΣΟΚ θα βαδίσει στις εκλογές με τον ίδιο αρχηγό και τη βεβαιότητα που προσέφεραν οι δημοσκοπήσεις των δύο τελευταίων ετών. Από την τάση αυτή δεν ξέφυγαν βέβαια ούτε οι πολιτικοί συντάκτες και αναλυτές, οι περισσότεροι των οποίων εξαντλούν τη διανοητική προσφορά τους στην αναπαραγωγή έτοιμων δελτίων τύπου των κομμάτων και των πλέον ρηχών πολιτικών αναλύσεων (Αξίζει ίσως να σημειωθεί ότι, η μοναδική σοβαρή αναφορά στη συμμετοχική δημοκρατία που υπέπεσε στην αντίληψη του γράφοντα υπήρξε το σημείωμα του Α. Ανδριανόπουλου στην προσωπική του ιστοσελίδα- «Το χτίσιμο ενός νέου πολιτικού μύθου», 16/01/04, www.andrianopoulos.gr).

Η έννοια της συμμετοχικής δημοκρατίας έγινε αντικείμενο θεωρητικής επεξεργασίας από τον καθηγητή κοινωνικής θεωρίας στο λονδρέζικο πανεπιστήμιο του Birkbeck, Paul Hirst, ο οποίος απεβίωσε τον περασμένο Ιούνιο σε ηλικία 57 ετών. Ο Hirst ανέπτυξε την έννοια της συμμετοχικής δημοκρατίας κύρια στο βιβλίο του «Associative Democracy- New Forms of Economic and Social Governance» (Amherst, University of Massachusetts Press, 1994) προτείνοντας νέους τρόπους κοινωνικής οργάνωσης πέρα από το κυρίαρχο κρατικό μοντέλο. Σε πολιτικό επίπεδο οι Νέοι Εργατικοί του Tony Blair χρησιμοποίησαν πλευρές της συμμετοχικής δημοκρατίας του Hirst προκειμένου να δώσουν πρακτικό περιεχόμενο στον Τρίτο Δρόμο του Giddens.

Ο Hirst προσπάθησε να διαχωρίσει την μακρά παράδοση του «συνεργατισμού» (όπως ίσως θα μπορούσαμε να αποδώσουμε τον όρο «associationalism») από τον σοσιαλισμό. Τα γραπτά του Hirst είναι αρκούντως αποκαλυπτικά: «Η συμμετοχική δημοκρατία είναι εξαιρετικά απλή στις πλέον βασικές πολιτικές αιτιάσεις της?Ο συνεργατισμός κάνει τη δεοντολογική πρόταση ότι η ατομική ελευθερία και η ευημερία των ανθρώπων εξυπηρετούνται καλύτερα όταν οι κατά το δυνατό περισσότερες υποθέσεις της κοινωνίας διαχειρίζονται από εθελοντικές και δημοκρατικά αυτοδιοικούμενες ενώσεις» (Associative Democracy, σελ. 19). Με άλλα λόγια, οι πολίτες επιλέγουν τις κοινωνικές υπηρεσίες που επιθυμούν από μία σειρά προσφερόμενες (θυμίζει κάτι η πρώτη και προσεκτικά διατυπωμένη πρόταση του Γ. Παπανδρέου περί μη κρατικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων;)

Ουσιαστικά ο Hirst επιστρέφει στη μακρά παράδοση του κλασσικού φιλελευθερισμού του John Locke και του Alexis de Tocqueville και τη συμβολή της κοινωνίας πολιτών (civil society) και των εθελοντικών ενώσεων που αποτελούν τη βάση της στην ατομική και την συλλογική ευημερία. Εάν μάλιστα αυτές οι παραπάνω υπηρεσίες (πανεπιστήμια, ασφαλιστικοί φορείς, κ.λπ.) ανταγωνίζονται μεταξύ τους τότε βρισκόμαστε στο (νέο)φιλελεύθερο παράδεισο, που ουδεμία σχέση έχει με τον κρατισμό (statism) της παρωχημένης και αναποτελεσματικής σοσιαλδημοκρατίας.

Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι σε ποιο βαθμό μπορούν να εφαρμοστούν και να αποδώσουν προτάσεις συμμετοχικής δημοκρατίας, ειδικά σε μία κοινωνία όπως η ελληνική που στερείται στοιχειωδών θεσμών της κοινωνίας των πολιτών. Ως γνωστό, η κοινωνικο-οικονομική ζωή της χώρας οργανώνεται γύρω από κάθετες ιεραρχικές σχέσεις, όπου ανάμεσα στον πολίτη και το κράτος διαμεσολαβούν οι θεσμοί της γραφειοκρατίας και του κομματικού κράτους.

Σε αυτό το πλαίσιο η κυρίαρχη ιδεολογία είναι αυτή του «τζαμπατζή» («free rider», σύμφωνα με τον όρο που χρησιμοποιείται στην οικονομική επιστήμη) που ακολουθείται πιστά ως όρος επιβίωσης και ευημερίας σε μια «κοινωνία της αρπαχτής» όπου νομιμοποιούνται οι τυχοδιωκτικές και στενά εγωιστικές συμπεριφορές ατόμων και ομάδων, σε ένα σύστημα που η οικονομία οργανώνεται με βάση ένα ιδιότυπο μοντέλο «παρεοκρατικού καπιταλισμού» (crony capitalism) και η κοινωνία γύρω από τις πάντα ισχυρές πελατειακές σχέσεις. Είναι αυτονόητο πως δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας σε μια κοινωνία «χαμηλής εμπιστοσύνης» (Fukuyama) με έλλειμμα κοινωνικού κεφαλαίου, το οποίο επιτρέπει σε άτομα και ομάδες να συνεργάζονται με αμοιβαίο όφελος στη βάση της ανταπόδοσης (συνεργατικά παίγνια).

Σε αυτό το πλαίσιο είναι σαφές ότι βραχυπρόθεσμα οι προσπάθειες συμμετοχικής δημοκρατίας είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Αντίστροφα βέβαια, μία εκδοχή του μοντέλου της συμμετοχικής δημοκρατίας προσαρμοσμένου στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να υποδείξει διαφορετικές κατευθύνσεις και να προκαλέσει ρωγμές σε ένα πολιτικό σύστημα όπου κυριαρχεί- και καλλιεργείται- η άποψη πως τίποτε δεν είναι δυνατό να αλλαχτεί.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης, είναι προφανές πως η υιοθέτηση ιδεών και πρακτικών από το ΠΑΣΟΚ θα προκαλέσει τριγμούς στο εσωτερικό του κόμματος και ευρύτερα πολιτικό και κοινωνικό σύστημα καθώς προϋποθέτει αλλά και συνεπάγεται ρήξη με κατεστημένες νοοτροπίες και καλά εδραιωμένα συμφέροντα. Με αυτή την έννοια, ο λόγος που μοιάζει να εκφέρει- επί του παρόντος μόνο σε συμβολικό επίπεδο- ο Γ. Παπανδρέου είναι νέος, ρηξικέλευθος και δυνητικά προσφέρει τις δυνατότητες εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας που τόσο έχει ανάγκη.

Ωστόσο, δεν πρέπει να βιαζόμαστε καθώς, σε γενικές γραμμές, ισχύει για τα πολιτικά κόμματα ότι υποστήριξε ο Βολτέρος για τους ανθρώπους- πρέπει να κρίνονται με βάση τις συμπεριφορές και όχι προθέσεις τους. Ο Γ. Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ θα κριθούν από το περιεχόμενο που θα δώσουν στην έννοια της συμμετοχικής δημοκρατίας και τις συγκεκριμένες προτάσεις διακυβέρνησης που θα κάνουν. Και ανάλογα οι φιλελεύθεροι θα προσαρμόσουν τη στάση τους.
*Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή της Κυριακής (1.2.2004, σελ. 75) και στην ιστοσελίδα της Προοδευτικής Πολιτικής (www.ppol.gr).

Πέμπτη, Ιουνίου 16, 2005

Η βιβλιοθήκη του φιλελευθερισμού

Στην αξιόλογη ιστοσελίδα του Mises Institute (www.mises.org), ο David Gordon, βιβλιοκριτικός της περιοδικής επιθεώρησης του ιδρύματος The Mises Review παραθέτει τα- κατά τη γνώμη του- 125 πλέον αντιπροσωπευτικά βιβλία της ατομικής ελευθερίας και ελεύθερης αγοράς (The Meaning and History of Liberty: An In-print Bibliography).

Πρόκειται για μία αρκετά αντιπροσωπευτική επιλογή, που καλύπτει την διανοητικά πλούσια παράδοση του φιλελευθερισμού στην ιστορική διαδρομή του, όπου καλύπτονται αιώνες φιλελεύθερης σκέψης (από τα Πολιτικά του Αριστοτέλη, στο σημαντικό για την διαμόρφωση της σκέψης του Hayek The Law του Frederic Bastiat έως το Anarchy, state, and Utopia του Robert Nozick), με πυρήνα της βέβαια τα αυστριακά οικονομικά.

Προσωπικά, θα ήθελα την συμπερίληψη λογοτεχνικών έργων (πέρα των κλασσικών έργων της Ayn Rand, Atlas Shrugged και Fountainhead) καθώς και έργων που βρίσκονται στα όρια του φιλελευθερισμού, τα οποία έχουν αναμφίβολα επηρεαστεί από την φιλελεύθερη σκέψη και ο φιλελεύθερος χώρος μόνο να ωφεληθεί μπορεί από την διαλεκτική μαζί τους.

Έτσι, στη πρώτη κατηγορία θα συμπεριλάμβανα έργα όπως, την Φάρμα των Ζώων του George Orwell, Το Αστείο του Milan Kundera και το The Moon Is A Harsh Mistress του Robert Heinlein.

Στη δεύτερη κατηγορία θα ενέτασσα έργα όπως, το Development As Freedom του σπουδαίου Ινδού οικονομολόγου Amartya Sen.

Και βέβαια η ελεύθερη σκέψη του Friedrich Nietzsche, το πνεύμα του Βολταίρου, ο εμπειρισμός του Bertrand Russell, οι αυθόρμητες τάξεις του Pierre-Joseph Proudhon, στάθηκαν, περισσότερο ή λιγότερο, σημαντική πηγή έμπνευσης για τους διαμορφωτές του σύγχρονου φιλελευθερισμού.

Ακόμη, η επιλογή είναι, σε μεγάλο βαθμό, αμερικανοκεντρική και σίγουρα κάποια έργα της ασιατικής γραμματείας θα μπορούσαν να βρουν τη θέση τους σε αυτή. Για παράδειγμα, το Tao Te Ching του Lau Tzu, του πρώτου φιλελευθεριστή σύμφωνα με τον David Boaz (δες το πολύ καλό κείμενο: Roderick T. Long, «Austro-libertarian Themes in Early Confucianism», Journal of Libertarian Studies, vol. 17, no. 3, summer 2003).

Παρά τις επιμέρους παρατηρήσεις όμως, η λίστα του Gordon, σε γενικές γραμμές, αποτελεί αν μη τι άλλο μία ενδιαφέρουσα επιλογή, τόσο για τον αμύητο όσο και για τον επαρκώς καταρτισμένο αναγνώστη.

Άλλωστε, η χρησιμότητα μίας λίστας δεν πρέπει να είναι το τέλος της σχετικής συζήτησης μέσα από την καταγραφή ενός οριστικού οδηγού (definitive guide), αλλά περισσότερο η αφετηρία γόνιμης αναζήτησης. Και από αυτή την άποψη η επιλογή του Gordon αξίζει την προσοχή μας.

Σημείωση. Για μία πλήρη επιλογή των προσωπικών μου προτιμήσεων, συνοδευόμενη από σύντομα σχόλια, επιφυλάσσομαι στο άμεσο μέλλον.

Δευτέρα, Ιουνίου 13, 2005

Η επικαιρότητα του Όργουελ


«Όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά κάποια ζώα είναι περισσότερο ίσα από τα άλλα.»

Η Φάρμα των Ζώων


Καθώς συμπληρώνονται εβδομήντα πέντε χρόνια από τον θάνατο του βρετανού συγγραφέα George Orwell (1903-1950) είναι, αν μη τι άλλο, ευκαιρία να αφιερώσουμε λίγες γραμμές στον συγγραφέα, η σκέψη του οποίου σφράγισε τα λογοτεχνικά και πολιτικά πράγματα του ευρωπαϊκού εικοστού αιώνα.

Ο Alexis de Tocqueville έλεγε πως οι δεξιότητες που παράγουν θαυμάσια λογοτεχνία, δεν παράγουν απαραίτητα και ορθή πολιτική, και στις περισσότερες των περιπτώσεων είχε δίκιο. Ωστόσο, δεν υπήρξε τέτοια η περίπτωση του Orwell, το έργο του οποίου χαρακτηρίζεται από πολιτική διεισδυτικότητα, νοηματική σαφήνεια και αδιαμφισβήτητη λογοτεχνική αξία.

Συγγραφέας που «σφράγισε το βρετανικό δοκίμιο όπως κανείς άλλος από την εποχή του HenryHazlitt», σύμφωνα με το περιοδικό Newsweek, ο Eric Arthur Blair, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, εμπνευστής εκφράσεων που έμειναν στην ιστορία (όπως μεταξύ άλλων ο όρος «ψυχρός πόλεμος»), υπήρξε παράλληλα οξυδερκής αναλυτής της πολιτικής πραγματικότητας της εποχής του, που οι κατοπινές εξελίξεις, το δίχως άλλο, τον δικαίωσαν.


Πενήντα χρόνια από την έκδοση της περίφημης Φάρμας των Ζώων (Animal Farm, 1945), η οποία καθυστέρησε λόγω της αρχικής της απόρριψης από τον T.S. Eliot, ο Orwell προσφέρει μία αξεπέραστη αλληγορική πολιτική σάτιρα που περιγράφει την τραγικότητα της διάψευσης των προσδοκιών της Οκτωβριανής Επανάστασης, και ταυτόχρονα κάθε επανάστασης που δίνει υπέρμετρες και δίχως έλεγχο εξουσίες σε μία μικρή ομάδα αντιπροσώπων.

Στο σύντομο αυτό έργο του, ο Orwell εξιστορεί τις περιπέτειες των ζώων μίας φάρμας, τα οποία υπό την ηγεσία των γουρουνιών εξεγείρονται κατά του ιδιοκτήτη της και εκμεταλλευτή τους κ. Jones, μόνο για να βρουν στη συνέχεια μία εξίσου αφόρητη κατάσταση υπό τη νέα- «δική τους»- διοίκηση.

Όταν τελικά ο Napoleon, το γουρούνι-ηγέτης της φάρμας, συμμαχεί με τους ανθρώπους προκειμένου να διαφυλάξουν από κοινού την εξουσία τους απέναντι στους καταπιεζόμενους ανθρώπους και ζώα, ο συγγραφέας δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία για το κεντρικό μήνυμα του έργου του: η εξουσία διαφθείρει και προωθεί τα συμφέροντα αυτών που την ασκούν.

Στην εισαγωγή που έγραψε ο Orwell το 1947, ειδικά για την ουκρανική έκδοση της Φάρμας των Ζώων, που διανεμήθηκε στους Ουκρανούς πρόσφυγες, η Σοβιετική Ένωση χαρακτηρίζεται ως μία ιεραρχική κοινωνία όπου οι εξουσιαστές δεν έχουν κανένα λόγο να παραχωρήσουν τις εξουσίες τους, όπως άλλωστε και κάθε άλλη κυρίαρχη τάξη.


Ο Orwell είχε επηρεαστεί- αν και επικριτικός απέναντι του- από το γνωστό έργο του James Burnham (1905-1987) The Managerial Revolution (1941) που προέβλεπε την αντικατάσταση της πολιτικής αντιπαράθεσης από το διαχειριστικό κράτος που ελέγχει μία κάστα τεχνοκρατών, η οποία κυριαρχεί σε μία κοινωνία όπου ο καπιταλισμός δεν λειτουργεί και ο σοσιαλισμός δεν έρχεται. Οι αναλογίες είναι προφανείς.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο Burnham διαφωνούσε με όσους υποστήριζαν στους κόλπους του αμερικανικού τροτσκιστικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (Socialist Workers Party), του οποίου υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος, ότι η Σοβιετική Ένωση είναι κράτος των εργατών χωρίς όμως η εξουσία να ασκείται από τους ίδιους (degenerated workers state, σύμφωνα με την τροτσκιστική ορολογία) και άρα θα έπρεπε να στηρίζεται κριτικά. Αντίθετα επέμενε στην άποψη ότι η ΕΣΣΔ δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα γραφειοκρατικό κολλεκτιβιστικό κράτος που δεν έπρεπε να τύχει ουδεμίας υποστήριξης.

Αν ο Marx έγραψε για την «δικτατορία του προλεταριάτου» και ο Lenin την όρισε ως την απεριόριστη εξουσία βασισμένη στη δύναμη και όχι στους νόμους, o Orwell επέμεινε στη φύση της εξουσίας καθεαυτής, απογυμνωμένης από κάθε ιδεολογικό μανδύα- μία σιδερένια και απρόσωπη δύναμη (macht), ένα αυτό-αναφορικό χομπσιανό σύστημα κυριαρχίας, «το πιο παγωμένο από όλα τα κρύα τέρατα» για τον Nietzsche.

Μερικές δεκαετίες μετά, τα Θεσμικά Οικονομικά (James Buchanan, Gordon Tullock, κ.ά.) μέσα από την οικονομική ανάλυση των θεσμών κατέδειξαν εκείνες τις περιπτώσεις όπου η επιδίωξη της εξυπηρέτησης των στενά προσδιοριζόμενων συμφερόντων αποτελεί την ορθολογική επιλογή των κυβερνώντων («where you stand is where you sit»).

Αν και ο Orwell σε όλη τη διάρκεια του σύντομου βίου του δεν σταμάτησε να ακολουθεί τις αρχές του δημοκρατικού σοσιαλισμού, δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει τις ιδεολογικές συγγένειες των απόψεων του με τη φιλελεύθερη σκέψη του στοχαστή λόρδου Acton («η εξουσία διαφθείρει, και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα») καθώς επίσης και με το έργο συγγραφέων όπως ο Edmund Burke (Reflections on the Revolution in France) και ο Alexis de Tocqueville (Democracy in America), οι οποίοι, από διαφορετικές βέβαια οπτικές γωνίες, στέκουν επικριτικά απέναντι στον κολεκτιβισμό. Παρόμοιες αντιλήψεις με αυτές του Orwell μοιράζεται ένα πλήθος σημαντικών μη μαρξιστών σοσιαλιστών, όπως ο Bertrand Russell.

Ο πολωνός, και παλαιός αντικαθεστωτικός, φιλόσοφος Leszek Kolakowski, σπουδαίος ανατόμος του φαινόμένου του ολοκληρωτισμού, έχει επισημάνει ότι δεν γνωρίζουμε πώς να εναρμονίζουμε τα συγκρουόμενα συμφέροντα των μελών μίας κοινωνίας καθώς, «δεν υπάρχει ένα σχέδιο (blueprint) μιας ασφαλούς και χωρίς συγκρούσεις κοινωνίας». Και φυσικά, η βίαιη κατάργηση των αντιτιθέμενων συμφερόντων δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση τη λύση των κοινωνικών ζητημάτων.

Στο 1984 (1948) περιγράφει το εφιαλτικό σενάριο μίας ολοκληρωτικής δυστοπίας, όπου ο Μεγάλος Αδελφός ρυθμίζει στην παραμικρή λεπτομέρεια τους την κοινωνική αλλά ακόμη και την προσωπική ζωή των πολιτών της φανταστικής Ωκεανίας. Σήμερα το επίθετο «οργουελικός» χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγραφεί ο απόλυτος έλεγχος και παρακολούθηση κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας.

Το 1984, ουσιαστικά αποτελεί την συνέχεια της Φάρμας των Ζώων. Αν και επικεντρώνεται στους μηχανισμούς διαφύλαξης και αναπαραγωγής της εξουσίας του Μεγάλου Αδελφού, κύρια μέσω του απόλυτου ελέγχου της επικοινωνίας, δεν είναι ένα βιβλίο για την προπαγάνδα και τη «διπλή γλώσσα», αλλά αντίθετα μία καταγγελία ενάντια στον πατερναλισμό και την κυριαρχία της Μοναδικής Σκέψης που συνθλίβουν το άτομο.

Ο γνωστός δημοσιογράφος Christopher Hitchens, στο θαυμάσιο έργο του Ο Θρίαμβος του Όργουελ (Why Orwell Matters, 2003), αναφέρει σχετικά πως όταν, «η λιγότερη λογοτεχνική από όλες τις εφημερίδες στη Νέα Υόρκη, η Daily News, έγραψε ένα άρθρο λέγοντας πως το 1984 ήταν μια επίθεση στην Εργατική Κυβέρνηση της Αγγλίας, ο Francis Henson ζήτησε από τον Orwell να γράψει μια δήλωση: Το τελευταίο μου μυθιστόρημα δεν σχεδιάστηκε ως μια επίθεση στον σοσιαλισμό ή στο Βρετανικό Εργατικό Κόμμα (το οποίο υποστηρίζω) αλλά ως μια επίδειξη των διαστρεβλώσεων στις οποίες υπόκειται μια συγκεντρωτική οικονομία και οι οποίες έγιναν ήδη αντιληπτές, μέσω του Κομμουνισμού και του Φασισμού».*

Όπως λέει χαρακτηριστικά ένας από τους ήρωες του 1984 που εκπροσωπεί την κομματική νομενκλατούρα, «το κόμμα επιζητά την εξουσία για την εξουσία. Δεν μας ενδιαφέρει το καλό των άλλων. Ενδιαφερόμαστε μόνο για την δύναμη?Γνωρίζουμε ότι κανείς δεν αποκτά την εξουσία προκειμένου να την παραδώσει?Η εξουσία δεν είναι μέσο, είναι αυτοσκοπός?.Το αντικείμενο της εξουσίας είναι η εξουσία».

Είναι αυτή ακριβώς η έλλειψη ελευθερίας της έκφρασης και πλουραλισμού που επιτρέπει την ανεμπόδιστη κυριαρχία του διαχειριστικού μηχανισμού (apparatus). Μέσα από την τρομακτική σκιαγράφηση του κολεκτιβιστικού ολοκληρωτισμού, ο Orwell μας στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα ελευθερίας.

Σε αυτό το σημείο, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός του Orwell συναντά τον κλασσικό φιλελευθερισμό. Η εμπιστοσύνη στο άτομο και η δυσπιστία προς κάθε εξουσία αποτελούν αρχές που μοιράζονται τα δύο ρεύματα τα οποία- παρά τις όποιες συχνά σημαντικές διαφορές τους- μιλούν την ίδια γλώσσα. Άλλωστε ας μην ξεχνούμε ότι ο πρώιμος βρετανικός σοσιαλισμός υπήρξε βαθιά αντι-μαρξιστικός.

Την ίδια περίπου εποχή, ο Friedrich Hayek συγγράφει το σημαντικό του έργο Ο Δρόμος Προς τη Δουλεία (The Road to Serfdom, 1944) που επηρέασε όσο λίγα την μεταπολεμική ανάκαμψη του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού. Ο Orwell αναφέρεται στη κριτική του σε αυτό με τα εξής χαρακτηριστικά λόγια: «Στο αρνητικό μέρος της διατριβής του καθηγητή Hayek υπάρχει πολλή αλήθεια. Δεν μπορεί να ειπωθεί πάρα πολύ συχνά- οπωσδήποτε, δεν λέγεται όσο συχνά θα έπρεπε- ότι ο κολεκτιβισμός δεν είναι εγγενώς δημοκρατικός, αλλά, αντιθέτως, δίνει σε μια τυραννική μειονότητα τέτοιες δυνάμεις, που οι Ισπανοί Ιερό-Εξεταστές δεν είχαν ονειρευτεί ποτέ».*

Στις μέρες μας, το έργο του Orwell αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα. Καθώς οι θεσμοί της ανοικτής κοινωνίας δέχονται τα ομαδικά πυρά των οπαδών του δογματισμού, του ανορθολογισμού και της μισαλλοδοξίας, η στοιχειώδης ιδεολογική εντιμότητα και ορθή κρίση επιβάλουν την αναγνώριση του γεγονότος ότι η ανθρώπινη ελευθερία και η κοινωνική ευημερία προϋποθέτουν την απαγκίστρωση του ατόμου από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των κρατικών εξουσιών και την υιοθέτηση αποκεντρωμένων μορφών διακυβέρνησης. Και αυτό, η πένα του Orwell το ανέδειξε κατά τρόπο μοναδικό.

* Τα αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο του Christopher Hitchens Ο Θρίαμβος του Όργουελ, το οποίο θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά, από τις εκδόσεις «Ελάτη», τις προσεχείς εβδομάδες.


Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Προοδευτικής Πολιτικής (www.ppol.gr).



Δευτέρα, Ιουνίου 06, 2005

Η σημασία των πολιτικών blogs

Η εφημερίδα The New York Times εμφανίζει δίπλα στον τίτλο της το γνωστό motto «όλα τα νέα που αξίζει να τυπωθούν» (all the news that is fit to print). Θα ήταν βέβαια περισσότερο ακριβές να λέγαμε «όλα τα νέα που η αρχισυνταξία της εφημερίδας θεωρεί πως αξίζει να τυπωθούν». Την παραπάνω άποψη έρχεται να ενισχύσει το σχετικά πρόσφατο βιβλίο του Bernard Goldberg, Bias: A CBS Insider Exposes How the Media Distorts the News, το οποίο- όπως υποδηλώνει ο τίτλος- πραγματεύεται τους τρόπους προβολής των ειδήσεων από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.

Το ολιγοπώλιο της ενημέρωσης, συνέπεια των διαφόρων νομικών, τεχνικών/ τεχνολογικών περιορισμών αλλά και των κανόνων της αγοράς, υφίσταται στις μέρες μας πίεση από τα περίφημα δια-δικτυακά «προσωπικά ημερολόγια» ή αλλιώς blogs, όπως έχει επικρατήσει να ονομάζονται.

Η προέλευση του όρου blog προέρχεται από τη σύντμηση των λέξεων web log. Σύμφωνα με έναν λειτουργικό ορισμό, blog «είναι μία εφαρμογή web, τυπικά προσβάσιμη σε κάθε χρήστη του Internet» (
www.wikipedia.org), ενώ κατά έναν άλλο είναι «πληροφορία που δημοσιεύεται αυτόματα σε μία ιστοσελίδα» (www.mason.gmu.edu).

Τα blogs εμφανίζονται ιστορικά την δεκαετία του 1990, παράλληλα με την δωρεάν παροχή εργαλείων διαδικτυακής δημοσίευσης (web publishing). Η άνοδος τους υπήρξε πραγματικά εντυπωσιακή, ενώ η μεγάλη ώθηση στα πολιτικά blogs δόθηκε με τον πόλεμο στο Ιράκ.

Σήμερα, σύμφωνα με σχετική έρευνα του Pew Internet and American Life Project (Ιανουάριος 2005) μόνο στις ΗΠΑ περισσότερα από 52 εκατομμύρια άτομα διαβάζουν blogs σε καθημερινή βάση. Τα πέντε μεγαλύτερα πολιτικά blogs των ΗΠΑ έχουν επισκεψιμότητα περίπου 100 χιλιάδων hits ημερησίως. Σύμφωνα με την The Persens Development Corporation, το 2005 ο συνολικός αριθμός των blogs παγκοσμίως αναμένεται να ξεπεράσει τα 10 εκατομμύρια.

Η επιρροή των πολιτικών blogs στις πρόσφατες αμερικανικές προεδρικές εκλογές ήταν σημαντική, προκαλώντας μεγάλη συζήτηση για το κατά πόσο αποτελούν τον «πέμπτο πυλώνα» (fifth estate) της πολιτικής ζωής.

Για τον Brian C. Anderson, συγγραφέα του πολύκροτου βιβλίου South Park Conservatives: the Revolt Against Liberal Media Bias, τα blogs (όπως και η καλωδιακή τηλεόραση) συντέλεσαν στην ανατροπή της ιδεολογικής ηγεμονίας των Δημοκρατικών μέσω των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης (μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα, εφημερίδες, ιστοσελίδες) γεγονός που τελικά επέτρεψε την εκλογική κυριαρχία των Ρεπουμπλικάνων.

Προκειμένου να αντιληφθούμε την σημασία των πολιτικών blogs, πρέπει να σταθούμε στα παρακάτω σημεία:

· Διαδραστικότητα. Τα blogs επιτρέπουν την άμεση αντίδραση/ ανάδραση των αναγνωστών (feedback) επιτυγχάνοντας μία μοναδική διαδραστικότητα (interactivity), με προφανείς συνέπειες στην άσκηση ανεμπόδιστης και άμεσης κριτικής.

· Συμμετοχή. Η διάδοση των πολιτικών blogs συμβάλει στη διαμόρφωση μίας κουλτούρας πολιτικής συμμετοχής και στην ανάπτυξη μίας παγκόσμιας κοινωνίας πολιτών (global civil society).

· Ανάδειξη θεμάτων. Τα πολιτικά blogs συμβάλουν στην ανάδειξη/ καθορισμό των κυρίαρχων θεμάτων (agenda-setting), «από τα κάτω» (bottom-up).

· Έλεγχος της είδησης. Τα blogs συχνά διαμορφώνουν ισχυρά δίκτυα αντι-πληροφόρησης, το περιεχόμενο των οποίων δεν μπορεί να αγνοηθεί από την κοινή γνώμη. Ελέγχουν την αξιοπιστία των πηγών και την ορθότητα των ειδήσεων και δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν αποκαλύψει λάθη, παραλείψεις ή ακόμη και σκόπιμες διαστρεβλώσεις, στον τρόπο κάλυψης και προβολής ενός γεγονότος.

· Οριζόντια ιεράρχηση της είδησης. Κατά ένα πρωτόγνωρο τρόπο, η ανάπτυξη των blogs επιτρέπει την ανατροπή των κάθετων ιεραρχικών δομών του συμβατικού (mainstream) γραπτού και ηλεκτρονικού Τύπου, αποφεύγοντας τον σκόπελο του αρχισυντάκτη που λειτουργεί ως θεματοφύλακας (gate-keeper) της ενημέρωσης. Είναι ενδεικτικό ότι στη δημιουργία προσωπικών blogs καταφεύγουν ακόμη και καταξιωμένοι δημοσιογράφοι, προκειμένου να δημοσιοποιήσουν απόψεις τους που για μια σειρά από λόγους δεν φιλοξενούνται στα έντυπα όπου απασχολούνται. Ουσιαστικά, τα πολιτικά blogs συμβάλουν στον εκδημοκρατισμό της πολιτικής επικοινωνίας και της προαγωγής της πολιτικής συμμετοχής.

Ο κοινωνιολόγος Manuel Castells έχει αναλύσει διεξοδικά την εμφάνιση της διαδικτυακής κοινωνίας (The Rise of the Network Society, Cambridge, Blackwell Books, 1996), η οποία μεταβάλλει τους τρόπους επικοινωνίας και τελικά τη ζωή μας.

Με τη σειρά του, ο γνωστός πολιτικός επιστήμονας και μελετητής του «κοινωνικού κεφαλαίου» Robert Putnam υπογραμμίζει ότι, «η πολιτική κουλτούρα του Διαδικτύου είναι ανεπιφύλακτα ελευθεριακή».

Πραγματικά, θα λέγαμε πως τα blogs είναι εξ ορισμού συμμετοχικά και αντι-αυταρχικά.

Οι Daniel Drezner και Henry Farsell επισημαίνουν πως τα blogs μπορούν να επηρεάσουν την πολιτική επικοινωνία ακόμη και σε κράτη όπου ανεξάρτητη αγορά μέσων ενημέρωσης όπως, για παράδειγμα, το Ιράν («Web of Influence», Foreign Policy, Νοέμβριος/ Δεκέμβριος 2004).

Έτσι σήμερα, τα farsi αποτελούν την τέταρτη περισσότερο διαδεδομένη γλώσσα στην blog-όσφαιρα (blogosphere), προσφέροντας εναλλακτική πληροφόρηση στους περιορισμούς του αντιπολιτευόμενου Τύπου στο Ιράν. Πρόκειται πραγματικά για μοναδικό φαινόμενο, αναλογιστεί κάποιος πως μόλις πριν από πέντε χρόνια δεν υπήρχαν καθόλου blogs στη χώρα.

Ο Hossein Derakshan, ο πρώτος ιρανός blogger, επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι, «το Internet άνοιξε ένα νέο εικονικό χώρο ελευθερίας του λόγου, σε μία χώρα που οι Ρεπόρτερς Χωρίς Σύνορα (Reporters Sans Frontiers) έχουν καταγράψει ως την ?μεγαλύτερη φυλακή για δημοσιογράφους στον κόσμο?» (Christopher Dickey, «Writing Lolita in Tehran»,
www.nesweek.com).

Η εντυπωσιακή ιστορία των ιρανικών blogs καταγράφεται στο βιβλίο της Nasrin Alavi (ψευδώνυμο) με τίτλο We Are Iran: The Persian Blogs (
www.softskull.com).

Εξίσου αν όχι περισσότερο σημαντική είναι η λειτουργία των blogs σε χώρες όπως η Βόρεια Κορέα, όπου ο έλεγχος της πληροφορίας είναι σχεδόν απόλυτος και οι δυνατότητες πληροφόρησης πραγματικά περιορισμένες. Το blog της πρώην δημοσιογράφου του CNN, Rebecca McKinnon, NKZone (
www.nkzone.org) αποτελεί σημαντικό κέντρο πληροφόρησης, στο οποίο καταφεύγουν ακόμη και διεθνώς καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης, αναζητώντας κάποια πηγή ειδήσεων για την πολύπαθη χώρα που ο δημοσιογράφος Christopher Hitchens αποκαλεί «στρατόπεδο συγκέντρωσης».

Είναι αυτονόητο πως, η επιρροή των blogs περιορίζεται στους τεχνολογικά εγγράμματους (computer literate) και τους έχοντες πρόσβαση στο Διαδίκτυο, ενώ η εμβέλεια τους εξαρτάται, ως ένα βαθμό, από τις διαθέσεις των κρατικών αρχών. Είναι χαρακτηριστικό ότι κυβερνήσεις όπως η κινεζική επιβάλουν αυστηρούς περιορισμούς στη χρήση του διαδικτύου, ενώ έχουν ήδη καταγραφεί οι πρώτες διώξεις bloggers σε κράτη όπως, μεταξύ άλλων, στην Κίνα και το Ιράν.

Ακόμη, η ταχεία διάδοση των blogs θέτει μία σειρά ζητημάτων (παραπληροφόρηση, μισαλλόδοξα μηνύματα, πνευματικά δικαιώματα, κ.λπ), για την αντιμετώπιση των οποίων πρέπει ίσως να εξεταστεί η καθιέρωση ενός κοινού κώδικα δεοντολογίας για την καταχώρηση κειμένων (postings policy) και σχολίων (comments policy), με στόχο την προαγωγή του πλουραλισμού, της γνώσης και της ανεκτικότητας, μέσα από τον σεβασμό της διαφορετικότητας των αντιλήψεων και της προσωπικότητας των συμμετεχόντων καθώς και της διασφάλισης της εγκυρότητας των ειδήσεων.

Το 1644, ο Milton γράφει το σπουδαίο έργο Areopagitica, ο υπότιτλος του οποίου είναι «ομιλία για την ελευθερία της έκδοσης χωρίς προέγκριση» (A speech for the Liberty of Unlicensed Printing).

Για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία της πολιτικής επικοινωνίας, ο έλεγχος της πληροφορίας δεν βρίσκεται στον αποκλειστικό έλεγχο της κρατικής εξουσίας ή των κυρίαρχων μέσων μαζικής ενημέρωσης. Και το όραμα του Milton μοιάζει να γίνεται πραγματικότητα τριάμισι αιώνες μετά.