Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 20, 2007

μία πρώτη ανάγνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων

Επιχειρώντας μία πρώτη- και ίσως πρόωρη- ανάγνωση των αποτελεσμάτων των εθνικών εκλογών, και με κίνδυνο να χαρακτηριστούμε επιμηθείς της πολιτικής, παραθέτουμε μερικές επιμέρους διαπιστώσεις.

- Η μείωση του δικομματισμού ήταν αναμενόμενη στο βαθμό που ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν διαφοροποιούν επαρκώς τον πολιτικό τους λόγο επιλέγοντας να συνωστίζονται στο «κέντρο», καθιστώντας τα υπόλοιπα κόμματα μοναδικούς φορείς του αντιπολιτευτικού λόγου. Ο δικομματισμός- όχι κατ’ ανάγκη αρνητικό χαρακτηριστικό της πολιτικής ζωής- πρόκειται εκ νέου να ενισχυθεί μόνο όταν τα δύο κόμματα ιδεολογικοποιήσουν τη πολιτική τους ατζέντα.

- Σε άμεση συνάφεια με το παραπάνω, βρίσκεται η ενίσχυση των πολιτικών άκρων του κομματικού συστήματος που φυσιολογικά εισπράτουν τη κοινωνική δυσαρέσκεια απέναντι στον αυτισμό των μεγάλων κομμάτων και καλύπτουν το κενό πολιτικής, έστω και με τις ανορθολογικές και ελάχιστα δημοκρατικές προτάσεις που εκφράζουν.

- Η νέα σύνθεση του κοινοβουλίου, τόσο η ιδεολογική όσο και σε επίπεδο προσωπικοτήτων δεν αφήνει τα παραμικρά περιθώρια αισιοδοξίας για το υψηλών απαιτήσεων και προσδοκιών έργο που πρέπει να επιτελέσει. Και με μία δόση κακεντρέχειας θα λέγαμε πως, οι συνεδριάσεις της Βουλής θα είναι η χαρά των σατυρικών εκπομπών του Λαζόπουλου και του Θέμου.

- Η συντηρητική πορεία της κοινωνίας επιβεβαιώθηκε στο συμβολικό επίπεδο με την αποτυχία της κ. Γιαννάκου να επανεκλεγεί στη περιφέρεια της Α΄ Αθηνών (και του κ. Kαλού στην Α΄ Πειραιά). Η εκλογική συμπεριφορά των ενοριών ήταν δεδομένη. Αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι η εγκατάλειψή τους από τον κομματικό μηχανισμό. Αυτό όμως είναι κάτι που πρέπει να απασχολήσει περισσότερο τις συρρικνωμένες και υπό εξαφάνιση, φιλελεύθερες φωνές εντός της ΝΔ.

- Στη συζήτηση που μόλις ξεκίνησε- και δυστυχώς σύντομα θα κλείσει- για τα αίτια της ήττας του ΠΑΣΟΚ, η (εύκολη) ερμηνεία των αποτελεσμάτων με όρους ηγεσίας δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για το μέλλον του ΠΑΣΟΚ και μάλλον προδιαγράφει νέα αρνητικά αποτελέσματα στις μελλοντικές εκλογικές αναμετρήσεις. Η μειωμένη ανταπόκριση της κοινωνίας στο μήνυμα του ΠΑΣΟΚ αντανακλά μια βαθειά κρίση του πολιτικού λόγου του καθώς τα τελευταία χρόνια στερείται καθαρού κα προσανατολισμού. Είναι φανερό πως, τα τελευταία χρόνια το ΠΑΣΟΚ αποκόπηκε από τις κοινωνικές δυνάμεις που στήριξαν το «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ του Κ. Σημίτη στις εκλογές του 2000 και τη ΝΔ του Κ. Καραμανλή στις εκλογές του 2004. Και είναι προφανές πως, αυτά τα κοινωνικά στρώματα δεν ελκύονται από τις προεκλογικές δεσμεύσεις για…αναδιανομή του πλούτου. Πρόκειται για μία κατηγορία ψηφοφόρων με σαφή κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά που ίσως δεν έχει εκτιμηθεί επαρκώς στους εκλογικούς σχεδιασμούς των δύο κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων. Αποδείχτηκε πλέον πως, η ήττα του 2004 δεν οφείλεται σε δευτερεύοντες και πάντως άσχετους παράγοντες, όπως στο άνοιγμα του Γ. Παπανδρέου στους κκ. Μάνο και Ανδριανόπουλο.

Σήμερα, που ο φιλελεύθερος Γ. Παπανδρέου θάφτηκε κάτω από το βάρος του ανδρεοπαπανδρεϊκού λαϊκισμού και αγνοείται ο φιλελεύθερος Ευ. Βενιζέλος, δεν διαφαίνονται σοβαρές πιθανότητες διεξόδου από το τέλμα της παρωχημένης σοσιαλδημοκρατίας που εγκλωβίζει πολιτικά και περιορίζει εκλογικά το ΠΑΣΟΚ.

- Οι περίφημες μεταρρυθμίσεις για τις οποίες ζήτησε ανανέωση της λαϊκής εντολής ο Πρωθυπουργός, αναμενόμενα θα μείνουν στα χαρτιά. Τούτο δεν θα συμβεί επειδή είναι οριακή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης και όχι μόνο επειδή για μία σειρά από λόγους η ΝΔ είναι ανίκανη να τις προωθήσει, αλλά περισσότερο επειδή ανταμείφθηκαν εκλογικά οι πολιτικοί σχηματισμοί που αντιτίθεται στη παραμικρή προσπάθεια ανατροπής του κοινωνικού και οικονομικού status quo.

- Η προβολή από τα (τηλεοπτικά κυρίως) ΜΜΕ, για την οποία με κάθε τρόπο διαγκωνίζονται οι πολιτευτές, είναι σημαντικός όχι όμως και καταλυτικός παράγοντας επιτυχίας. Έτσι προβεβλημένοι πολιτικοί αστέρες του τηλεοπτικού στερεώματος απέτυχαν να επανεκλεγούν ή διεσώθησαν τη τελευταία στιγμή καθώς, ανάμεσα στην ευκαιρία της καταξίωσης ή της γελιοποίησης αυτοί επέλεξαν το δεύτερο. Πρόκειται για διαπίστωση πραγματικά παρηγορητική στην εποχή της τηλεοπτικής δημοκρατίας (;) που διανύουμε.

- Τέλος, αναμενόμενο υπήρξε το αποτέλεσμα για το νήπιο της πολιτικής σκηνής, τη Φιλελεύθερη Συμμαχία. Αποτέλεσμα που αντικατοπτρίζει εξ ολοκλήρου τη μηδενική αναγνωρησιμότητά της, τη προσπάθεια και τις πολιτικές επιλογές μας. Σε καμία περίπτωση δεν αντιστοιχεί στην εμβέλεια των φιλελεύθερων προτάσεων και ιδεών, ιδέες που απουσιάζουν από το πολιτικό μας σύστημα. Διδαχθήκαμε από τα λάθη μας και σίγουρα θα υπάρξει επόμενη ημέρα.

Σε κάθε περίπτωση, οι εκλογές προσέφεραν πολύτιμα μαθήματα στο πολιτικό προσωπικό. Σε όσους τουλάχιστον εξ αυτών είναι διατεθειμένοι να τα μελετήσουν και δεν πορεύονται παγιδευμένοι στο αυτό-αναφορικό μικρόκοσμο των βραχυπρόθεσμων συμφερόντων, των ισορροπιών και του πολιτικού ναρκισσισμού.

* Δημοσιεύτηκε στη Προοδευτική Πολιτική (19.9.2007).

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007

φιλελεύθερες προτάσεις για την ανοικτή κοινωνία



Του Δημήτρη Σκάλκου
γενικού γραμματέα και υποψήφιου βουλευτή επικρατείας της Φιλελεύθερης Συμμαχίας (www.greekliberals.net)

Ποτέ ίσως άλλοτε στη μεταπολιτευτική περίοδο οι πολίτες της χώρας να μην αναζήτησαν τόσο πιεστικά απαντήσεις στα προβλήματα της καθημερινότητάς τους και ταυτόχρονα να είναι πεπεισμένοι πως αυτές δεν μπορούν να προέλθουν από τις κατεστημένες πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Σε αυτή ακριβώς την αίσθηση αδιεξόδου εντοπίζονται εν πολλοίς τα φαινόμενα της κυρίαρχης πολιτικής απάθειας και τη ρευστότητας του εκλογικού σώματος, ενίοτε δε και η αδιαφορία των πολιτών ως ιδεολογική στάση.

Πραγματικά, είναι καταθλιπτική η ιδεολογική ομοιομορφία και εκκωφαντική η απουσία νέων ιδεών και προτάσεων που θα θέσουν σε κίνηση το τελματωμένο και απονευρωμένο πολιτικό σύστημα. Την ίδια στιγμή που η επικρατούσα άποψη περί του «τέλους των ιδεολογιών» βρίσκει κατά παράδοξο-πλην όμως ευεξήγητο- τρόπο συμμάχους στο ίδιο στρατόπεδο την ευρισκόμενη σε ιδεολογικό αδιέξοδο Αριστερά καθώς και την παραδοσιακά διανοητικά αδρανή Δεξιά.

Αυτή η διανοητική οκνηρία είναι η νομιμοποιητική βάση της «κλειστής Ελλάδας» που παγιδεύει τους πολίτες της στα στεγανά της κλειστής οικονομίας και κοινωνίας, περιορίζοντας τις επιλογές τους και συνθλίβοντας τη δημιουργικότητά τους.

Μίας κλειστής οικονομίας παραδομένης στον κρατισμό και τις προσοδοθηρικές ομάδες, τα διαρθρωτικά προβλήματα της οποίας δεν αντιμετωπίζονται με ασκήσεις «δημιουργικής λογιστικής» και «κοινωνικό διάλογο» που διαρκεί συνήθως μέχρι την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Και μιας κλειστής κοινωνίας, ξενοφοβικής και με ολοφάνερη, αν και αδικαιολόγητη, έλλειψη εθνικής αυτοπεποίθησης, που έχει ανάγει τον αντιαμερικανισμό σε ενοποιητικό μύθο, μίας κοινωνίας που ισορροπεί ανάμεσα σε έναν τυχοδιωκτικό ατομισμό και έναν οπισθοδρομικό κοινοτισμό, στερούμενης της αναγκαίας ατομικής υπευθυνότητας και οποιουδήποτε συλλογικού οράματος. Μίας κοινωνίας που συνδιαλέγεται με κραυγές και συνθήματα και συναγελάζεται στα τηλεοπτικά παράθυρα του επιθετικού λαϊκισμού και της μίζερης κενολογίας που υποκαθιστούν τα πολιτικά κόμματα στον ρόλο τους ως διαμεσολαβητές της πολιτικής συμμετοχής και αναπαράγουν μια στρεβλή εικόνα της νεοελληνικής πραγματικότητας.

Σε αυτό το πλαίσιο, ποτέ ίσως κατά το παρελθόν η ελληνική πολιτική ζωή δεν είχε περισσότερο ανάγκη από την παρουσία των φιλελεύθερων ιδεών που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της ανοικτής κοινωνίας και οικονομίας.

Στην ανοικτή οικονομία που προϋποθέτει τη μείωση φόρων, το περιορισμό του δημόσιου τομέα και την ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ, το άνοιγμα των «κλειστών» επαγγελμάτων, τη μείωση των πολυδάπανων εξοπλιστικών προγραμμάτων.

Στην ανοικτή κοινωνία που ενισχύεται με την αποκρατικοποίηση της εκπαίδευσης και την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, τον χωρισμό κράτους-εκκλησίας, τη κατάργηση της υποχρεωτικής στρατιωτικής στράτευσης, την αποποινικοποίηση της χρήσης των τοξικοεξαρτητικών ουσιών, τη προστασία του θρησκευτικού και εθνικού αυτοπροσδιορισμού κάθε έλληνα πολίτη, την αναγνώριση πλήρων δικαιωμάτων στα ζευγάρια του ιδίου φύλου, την ενσωμάτωση των μεταναστών και το σεβασμό της διαφορετικότητας.

Οι λιγοστές ημέρες που απομένουν μέχρι τις εθνικές εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου δεν επαρκούν βέβαια για να ανατρέψουν το σαθρό πολιτικό σκηνικό. Είναι όμως αρκετές ώστε να το μπολιάσουν με νέες ιδέες και προτάσεις που θα προάγουν τους θεσμούς της ανοικτής κοινωνίας και οικονομίας σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, όπου η κοινωνική προστασία πορεύεται μαζί με την ατομική επιλογή. Και όπως έλεγε ο Β. Ουγκώ, τίποτε δεν είναι δυνατότερο από μια ιδέα της οποίας ο καιρός έχει φτάσει.


* Δημοσιεύτηκε στην Athens Voice, στις 13.12.2007.



Τρίτη, Σεπτεμβρίου 11, 2007

σε αναζήτηση διεξόδου από τη κλειστή οικονομία

Η προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων ως είθισται διεξάγεται με μισές αλήθειες, αποσιωπήσεις και επιλεκτικές αναφορές. Η κυβέρνηση επαίρεται για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας και το ΠΑΣΟΚ αρκείται να επισημαίνει την επιβράδυνσή τους τα τελευταία χρόνια. Η κυβέρνηση επιχαίρει για τη μείωση του ποσοστού της ανεργίας και το ΠΑΣΟΚ καταγγέλλει τα τεχνάσματα στον τρόπο υπολογισμού της και τη διάδοση της μερικής απασχόλησης. Και τα δύο πολιτικά κόμματα αποφεύγουν συνειδητά να σηκώσουν το πέπλο των βολικών μακρο-οικονομικών μεγεθών που καλύπτει τη διαφορετική και δυσάρεστη οικονομική πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα που εμφανίζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

- Υψηλή οικονομική ανισότητα. Είναι ενδεικτικό πως, η Ελλάδα παρουσιάζει τον υψηλότερο δείκτη ανισότητας στην ΕΕ των 15 καθώς το πλουσιότερο 10% διαθέτει 7 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 10%. Τα μεσαία στρώματα πιέζονται και η ανοδική πορεία της προηγούμενης δεκαετίας αποτελεί παρελθόν. Οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα αντιστοιχούν στο 60% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

- Αναποτελεσματική κοινωνική προστασία. Οι μεταφορές κοινοτικών πόρων μειώνουν τη φτώχεια σε μικρότερο ποσοστό από το αντίστοιχο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (20% και 40% αντίστοιχα). O δείκτης οικονομικής επισφάλειας βρίσκεται στο 20-23% (τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στις «νεοφιλελεύθερες» ΗΠΑ δεν ξεπερνά το 12,5%). Η ολοένα και περισσότερο δοκιμαζόμενη οικογένεια είναι το τελευταίο «μαξιλάρι» χιλιάδων συμπολιτών μας πριν να κατρακυλήσουν κάτω από το όριο της φτώχειας.

- Εμφάνιση φαινομένων «νέας φτώχειας». Πρόκειται για κοινωνικές ομάδες που βρίσκονται εκτός οικονομικού συστήματος και που συχνά δεν καταγράφονται καν στις σχετικές στατιστικές έρευνες (μακροχρόνια άνεργοι, άστεγοι, ανασφάλιστοι μετανάστες, κ.λπ). Η ελληνική κοινωνία μεταβάλλεται ταχύτατα σε «κοινωνία των 2/3», με προφανείς συνέπειες για τη κοινωνική συνοχή.

- Ανύπαρκτη κοινωνική κινητικότητα. Η οικονομική ανάπτυξη στη χώρα μας, προϊόν πολιτικών επιλογών της τελευταίας εικοσαετίας, είναι στρεβλή και κατευθυνόμενη. Ο πλούτος που συσσωρεύεται (και σε μεγάλο βαθμό προέρχεται από μεταβιβάσεις κοινοτικών πόρων) δεν διαχέεται ο πλούτος στα κατώτερα επίπεδα της «οικονομικής πυραμίδας». Θύματα είναι κυρίως οι νέοι- οι άνεργοι και η «γενιά των 700 ευρώ». Η δημιουργικότητα τους δεν βρίσκει διέξοδο, η εργατικότητά τους δεν έχει αντίκρισμα. Μια πιθανή χρεοκοπία του ασφαλιστικού συστήματος θα δώσει το τελειωτικό χτύπημα στα όνειρα τους για ένα καλύτερο μέλλον.

Στη βάση των παραπάνω βρίσκεται το κυρίαρχο μοντέλο της ελληνικής ανάπτυξης, το οποίο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως παρεοκρατικό καπιταλισμό, όπου ένα πλήθος ομάδων πίεσης σχηματίζουν αναδιανεμητικές συσπειρώσεις και διαγκωνίζονται για την απόκτηση προσόδου με τη διαμεσολάβηση των κρατικών οικονομικών πολιτικών (φορολογική, δημοσιονομική, επενδυτική, κ.λπ.), κάτι που βέβαια αποτελεί μία μεταφορά πλούτου. Χαρακτηριστικά αυτού το μοντέλου είναι η ολιγοπωλιακή οργάνωση της οικονομίας, ο έλεγχος τιμών, τα καρτέλ όπου προστατεύονται οι παραγωγοί και όχι οι καταναλωτές, οι πρακτικές «διατάσσω και ελέγχω», η προστασία των «κλειστών επαγγελμάτων», η υπερ-ρυθμισμένη αγορά εργασίας.

Σε αυτό το πλαίσιο της «σημαδεμένης τράπουλας», δεν είναι φυσικά να απορεί κάποιος για την υποχώρηση της χώρας μας σε όλους σχεδόν τους δείκτες οικονομικής ελευθερίας. Έτσι, σύμφωνα με τον ετήσιο κατάλογο οικονομικής ελευθερίας (Index of Economic Freedom) που συντάσσει το αμερικανικό ινστιτούτο Heritage Foundation σε συνεργασία με την εφημερίδα Wall Street Journal για το 2005, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 94η θέση ανάμεσα σε 157 κράτη, πίσω από χώρες όπως η Αλβανία, η Μποτσουάνα και η Νικαράγουα, με ποσοστό οικονομικής ελευθερίας 57,6%, που την κατατάσσει στη κατηγορία «σχεδόν ανελεύθερο».

Η «δίκαιη κοινωνία» που συνοψίζει την επικοινωνιακή οικονομική πρόταση του ΠΑΣΟΚ έλκει προφανώς τη καταγωγή της από τον αμερικανό πολιτικό φιλόσοφο John Rawls και το ομότιτλο βιβλίο του. Ωστόσο, ο Rawls μάλλον δεν είχε κατά νου τη παλιομοδίτικη πρόταση της αναδιανομής του πλούτου μέσω φορολόγησης που ικανοποιεί το θυμικό ενός συγκεκριμένου ακροατηρίου με προφανή στόχο, αλλά αντίθετα την άρση των εμποδίων που ορθώνονται απέναντι στους «λιγότερο ευνοημένους» του οικονομικού συστήματος με βάση την «αρχική θέση» τους και όχι τις ψηφοθηρικές προτεραιότητες των πολιτικών κομμάτων.

Δυστυχώς, η σύντομη προεκλογική περίοδος που διανύουμε επιβεβαίωσε για ακόμη μία φορά το προφανές. Η προσαρμογή του πολιτικού προσωπικού της χώρας στο «κλειστό» οικονομικό σύστημα, το οποίο δημιούργησε, ανέχεται και αναπαράγει απροκάλυπτα, είναι αδιάντροπα προκλητική. Η αγανάκτηση των πολιτών που πλήττονται έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια της. Ας ελπίσουμε πως μπροστά στη κάλπη θα βρει και τους κατάλληλους τρόπους έκφρασης.

* Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι γεν. γραμματέας και υποψήφιος βουλευτής επικρατείας της Φιλελεύθερης Συμμαχίας (www.greekliberals.net).

** Δημοσιεύτηκε στη Προοδευτική Πολιτική (10.9.2007)